Περιγραφή
Κοιμόταν συνέχεια… Έτσι κι αλλιώς, και ξύπνια… η ζωή της πάλι άχαρη θά ‘ταν… Ξυπνούσε κάθε πρώτη του αιώνα, κοιταζόταν στον καθρέφτη και ξανακοιμόταν. Τη δωδεκάτη ημέρα -πώς λέμε την πρώτην ημέραν εποίησεν ο Θεός…-, τη δωδεκάτη ημέρα λοιπόν η Ιστορία βρέθηκε νεκρή. Γδυτή, γερμένη στο πλάι, με το κεφάλι συστραμμένο προς τα μέσα, σε στάση εμβρύου. Μίλησαν για φόνο. Κανείς δεν είχε βαφτεί… Η Ιστορία από μόνη της έκανε φλεβοτομία. Όταν ένα πρωί, φυλλομετρώντας το χαρτοβασίλειό της, είδε ότι της έλειπαν σελίδες…
Τό ‘μαθαν ο Κώστας, ο Νικόλας, ο Μηνάς, η Μάχη, η Αλέξω, ο Μανόλε, η Γιώργαινα, η Παράσκε, ο Ιλιάζ, ο Σοτίρ, ο Φιλίππης, ο Ξενοφώντας, ο Σελίμ, και αλήθεια, πολύ τους λύπησε…
Όμως… για το θεαθήναι, είπαν… για τα μάτια, όπως λένε. Πού καιρός τώρα για πατρίδες… πού τόπος…