Availability: Σε Αποθεμα

Η ζωή και η ανάστασις ημών

Σύντομες αναβάσεις στην Ανάσταση

SKU: 9789606960918

9,72

Κατηγορία:

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Παρρησία

Ημερ. Έκδοσης: 01/03/2012

Περιγραφή

Αγαλλιάσθω η ψυχή μου επί τω Κύριω
ενέδυσε γαρ με ιμάτιον σωτήριον,
και χιτώνα ευφροσύνης περιέβαλέ με
ως νυμφίω περιέθηκέ μοι μίτραν,
και ως νύμφην κατεκόσμησέ με κόσμω
και ως γην αύξουσαν το άνθος αυτής,
και ως κήπος τα σπέρματα αυτού εκβλαστάνει,
ούτως ανατέλει Κύριος δικαιοσύνην,
και αγαλλίαμα εναντίον πάντων των εθνών.

(Ησ. 61:10-11)

Συγγραφέας: Ρωμαίος (Αναστάσιος) Αντώνιος, Αργέντης Κύριλλος, Πάσχος Β. Παντελής, Nikolaj Velimirovic Sveti, Γρηγοριάδου - Σουρέλη Γαλάτεια, Χειμωνάς Γιώργος, Ηλίας Μηνιάτης Κερκίνης Επίσκοπος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Σιλουανός ο Αθωνίτης Όσιος, Μπούκης Ευθύμιος, Γαβριήλ Καρουλιώτης Γέροντας, Μπόκος Δημήτριος, Βάρναλης Κώστας, Γρηγόριος ο Νύσσης, Georgiou Virgil, Παπατσώνης Κ. Τάκης, Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Ρίτσος Γιάννης, Μακρής Γ. Σπύρος, McDowell Josh, Σολωμός Διονύσιος, Justin Popovic Αρχιμανδρίτης, Θεοτόκης Κωνσταντίνος, Γκάτσος Νίκος, Maamdi Seraphim, Παπαδιαμάντης Αλέξανδρος, Khodr Georges
Ανθολόγος: Τσαλίκη - Κιοσόγλου Πολυξένη
ISBN: 978-960-696-091-8

Πρώτη Έκδοση : 01/03/2012

Αριθμός Σελίδων : 227

Διαστάσεις : 21 x 13 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Ρωμαίος (Αναστάσιος) Αντώνιος

Ο Ιερομόναχος Αντώνιος (Αναστάσιος) Ρωμαίος γεννήθηκε το 1932, στην Καλλιθέα. Κατά τη φοίτησή του στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών εργάστηκε επί τριετία ως δόκιμος στενογράφος στη Στενογραφική Υπηρεσία της Βουλής των Ελλήνων. Παραιτήθηκε δια να μονάσει. Στη διάρκεια του δοκιμίου του, στρατεύεται και απολυόμενος κείρεται μοναχός στην Ιερά Μονή Λογγοβάρδας Πάρου όπου παραμένει επί εννέα έτη, δόκιμος, μοναχός, διάκονος και πρεσβύτερος. Το 1961 εξέρχεται της Μονής, υπηρετεί ως εφημέριος στην Ιερά Μητρόπολη Θήρας, στην Αθήνα, στην Αττική, στην Αγγλία, στην Αφρική, στην Ι. Μ. Θηβών και Λειβαδείας, Ι. Μ. Παροναξίας και, εξαιτίας ασθενειών, συνταξιοδοτείται και εγκαταβιώνει στην Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους (1994). Στο διάστημα αυτό υπηρέτησε ως Γραμματέας του Γραφείου Εξωτερικής Ιεραποστολής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (1968-1975). Έχει συνεργαστεί με τις Εκδόσεις "Ετοιμασία" στα πρώτα εκδιδόμενα έργα, όσο διακονούσε την Ι. Μ. Αγίου Ιωάννου Καρέα στο Ιερό Μυστήριο της Μετανοίας και Εξομολογήσεως και στη μόρφωση της μοναχικής και ιεραποστολικής υποστάσεως των Αδελφών (36 έτη). Έχει δημοσιεύσει μερικές δεκάδες άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά. Από τις εκδόσεις "Εν πλω" κυκλοφορούνται τα βιβλία του "Σταλάγματα από τα κεραμίδια" και "Μαθητεία στο σταυρό".

Αργέντης Κύριλλος

Πάσχος Β. Παντελής

Nikolaj Velimirovic Sveti

Ο Νικόλαος Βελιμίροβιτς (1881-1956) υπήρξε Επίσκοπος της Ορθόδοξης Σερβικής Εκκλησίας και θεολόγος με οικουμενικό κύρος και ακτινοβολία. Γεννήθηκε στο μικρό χωριό Λέλιτς της δυτικής Σερβίας στις 23 Δεκεμβρίου του 1880 (με το παλαιό ημερολόγιο -Ιανουάριο του 1881 με το καινούργιο). Παρακολούθησε το Ορθόδοξο Σεμινάριο του Αγίου Σάββα στο Βελιγράδι απ' όπου και αποφοίτησε το 1902. Κατά το 28ο έτος της ηλικίας του αναγορεύθηκε διδάκτωρ Θεολογίας του Πανεπιστημίου της Βέρνης. Το 1909 αναγορεύθηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης και την ίδια χρονιά χειροτονήθηκε μοναχός. Το 1919 εξελέγη επίσκοπος Ζίτσας και το 1920 μετετέθη στην επισκοπή της Αχρίδας, όπου διακόνησε μέχρι το 1934 που επέστρεψε στη Ζίτσα. Το 1941 οι Γερμανοί εισέβαλαν στο μοναστήρι της Ζίτσα, συνέλαβαν τον Επίσκοπο Νικόλαο και τον περιόρισαν έγκλειστο στο μοναστήρι της Λιουμποστίνια. Αργότερα, τον μετέφεραν στο μοναστήρι Βοϊλόβιτσα, όπου κρατούνταν και ο Πατριάρχης Γαβριήλ Ντόζιτς, και στη συνέχεια τον έστειλαν μαζί με τον Πατριάρχη στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου όπου υπέστη κακουχίες και βασανιστήρια. Μετά τον πόλεμο δεν επέστρεψε στην ήδη κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία και κατέφυγε στις Η.Π.Α., όπου δίδαξε σε διάφορες Ορθόδοξες Χριστιανικές Πανεπιστημιακές Σχολές και Σεμινάρια. Πέθανε τον Μάρτιο του 1956. Τα λείψανά του από την Αμερική μεταφέρθηκαν στο Λέλιτς στη Σερβία το 1991. Το Μάιο του 2003, η Ιερά Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας τον διεκηρυξε Άγιο και τον ενέταξε στο Αγιολόγιό της στις 18 Μαρτίου (Κοίμηση) και στις 3 Μαΐου (Μεταφορά λειψάνων).

Γρηγοριάδου - Σουρέλη Γαλάτεια

H Γαλάτεια Γρηγοριάδου-Σουρέλη (1930-2016) γεννήθηκε στην Καβάλα. Σπούδασε στη Σχολή Kοινωνικών Λειτουργών και στη Σχολή Δημοσιογραφίας "Η Δαμασκός". Παρουσιάστηκε στην παιδική λογοτεχνία με τα βιβλία "Kόκκινη κλωστή δεμένη" (1954), "Παραμύθι ν' αρχινήσει" (1955) και "O καλός φίλος" (1956). Tο 1964, της απονεμήθηκε το βραβείο "Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς" για το ιστορικό μυθιστόρημα "O μικρός μπουρλοτιέρης" και την επόμενη χρονιά για το παραμύθι της, "Xορεύοντας στο δάσος". Tο 1969 ο κύκλος του Eλληνικού Παιδικού Bιβλίου τη βράβευσε για το παραμύθι "O σπουργίτης με το κόκκινο γιλέκο", που βραβεύθηκε επίσης στον Πανευρωπαϊκό Διαγωνισμό του Παιδαγωγικού Iνστιτούτου της Πάδοβα. Tο 1972, ο "Kύκλος" της απένειμε το βραβείο του Δήμου Aθηναίων για το πρωτότυπο μυθιστόρημα- παραμύθι "Ο Aλέξης με το ξύλινο άλογο". Tο "Eμένα με νοιάζει", Bραβείο Kύκλου Eλληνικού Παιδικού Bιβλίου, γράφτηκε στον τιμητικό πίνακα του διεθνούς βραβείου Άντερσεν. Έγραψε ακόμη: "Kώττας", μυθιστοριοποιημένη βιογραφία του πρώτου Mακεδονομάχου (βραβείο 1970), "Στις ρίζες της λευτεριάς" ιστορικές μονογραφίες (βραβείο 1970), "Pήγας Φεραίος" μυθιστοριοποιημένη βιογραφία (βραβείο 1970), "Kατερίνα" παραμύθι (1970), "Φουρφούρης" παραμύθι (1970), "Zήτουλας για το γένος" θεατρικό (Bραβείο 1971), "Tα δώδεκα φεγγάρια" μυθιστορήματα (1974), "Δημήτριος ο νεομάρτυρας" μυθιστοριοποιημένη βιογραφία (1975), "Africa Winwega" ("Aφρική καλημέρα") μυθιστόρημα (1975), "Παιχνίδι χωρίς κανόνες", "Συντροφιά με τον άνεμο". "Tα σκυλιά του Aγίου Bερνάρδου", "Kαυτές μνήμες από τη Σμύρνη" πρώτο βραβείο Eθνικής Eταιρίας Eλλήνων Λογοτεχνών. "Πώς φτιάχτηκε το δάσος" (1983), "Πριν απ' το τέρμα" βραβείο Xριστιανικών Γραμμάτων (1988), "Nτορεμί κι ένα σκυλί" (1989), "O μεγάλος αποχαιρετισμός" (1990) πρώτο βραβείο Ένωσης Σμυρναίων, "Tο τσίρκο μας" (1989) και πολλά άλλα. Για μια 25ετία ήταν συνεργάτης του ραδιοφωνικού σταθμού "Πειραϊκή Εκκλησία". Ήταν μέλος της συντακτικής επιτροπής των περιοδικών "Xελιδόνια", "Σαλπίσματα" και "Διαδρομές". Eπίσης, μέλος της Eθνικής Eταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και του Kύκλου του Eλληνικού Παιδικού Bιβλίου. Tο 1980 η Aκαδημία Aθηνών της απένειμε το βραβείο Λογοτεχνίας για Παιδιά για το σύνολο του έργου της. Έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών στην Κηφισιά, στις 23 Σεπτεμβρίου 2016, αφήνοντας πίσω της παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα.

Χειμωνάς Γιώργος

Ο Γιώργος Χειμωνάς (1938-2000) γεννήθηκε στην Καβάλα. Έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Το 1962 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του μόνιμα στην Αθήνα. Σπούδασε ιατρική στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης, Αθήνας, Παρισιού. Πρωτοπαρουσιάστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1960 με το αφήγημά του "Ο Πεισίστρατος" που δημοσιεύτηκε στη Θεσσαλονίκη και κέρδισε το Λογοτεχνικό Βραβείο του Δήμου Θεσσαλονίκης. Εξέδωσε ακόμα τα πεζογραφήματα : "Η εκδρομή" 1964, "Μυθιστόρημα" 1966, "Ο Γιατρός Ινεότης" 1971, "Ο γάμος" 1974, "Ο αδελφός" 1975, "Οι χτίστες" 1979, "Τα ταξίδια μου" 1984, "Ο εχθρός του ποιητή" 1990. Ακόμα έχουν εκδοθεί τα δοκίμιά του : "6 μαθήματα για τον Λόγο" 1984, "Έβδομο μάθημα για τον Λόγο: Λόγος, ο Χρόνος και το Σύμβολο" 1984, "Η δύσθυμη Αναγέννηση: Όγδοο μάθημα για τον Λόγο" 1987, "Τα όνειρα της αϋπνίας" 1994, "Ένατο μάθημα για τον Λόγο" 2001. Επίσης μετέφρασε την "Ηλέκτρα" του Σοφοκλή, τις "Βάκχες", τη "Μήδεια" και τον "Ορέστη" του Ευριπίδη, τον "Άμλετ" και τον "Μάκβεθ" του Σαίξπηρ. Έγραψε το λιμπρέτο της όπερας "Πυλάδης" που ανέβηκε στο Μέγαρο Μουσικής σε σκηνοθεσία και σκηνογραφία Διονύση Φωτόπουλου και μουσική Γιώργου Κουρουπού. Πέθανε στο Παρίσι, όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, στις 27 Φεβρουαρίου 2000.

Ηλίας Μηνιάτης Κερκίνης Επίσκοπος

Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Σιλουανός ο Αθωνίτης Όσιος

Μπούκης Ευθύμιος

Γαβριήλ Καρουλιώτης Γέροντας

Μπόκος Δημήτριος

Βάρναλης Κώστας

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ (1884-1974). Ο Κώστας Βάρναλης γεννήθηκε το 1884 στον Πύργο της Βουλγαρίας (τότε Ανατολικής Ρωμυλίας), όπου βίωσε το κλίμα του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Το 1898 τέλειωσε το Ελληνικό Σχολείο και γράφτηκε στα Ζαρίφεια Διδασκαλεία. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του το 1902 και διορίστηκε δάσκαλος στο σχολείο του Πύργου σε ηλικία δεκαοχτώ ετών. Τον ίδιο χρόνο έφυγε για σπουδές στην Αθήνα με υποτροφία του κληροδοτήματος του Νικόλαου Παρασκευά από τη Βάρνα. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή και πήρε μέρος στη διαμάχη για το Γλωσσικό Ζήτημα ως υποστηρικτής των δημοτικιστών. Το 1907 συμμετείχε στην ίδρυση του ποιητικού περιοδικού Ηγησώ το οποίο κυκλοφόρησε δέκα τεύχη. Το 1908 αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή και διορίστηκε ελληνοδιδάσκαλος στην Αμαλιάδα. Από εκεί έστειλε στο περιοδικό Νέα Ζωή της Αλεξάνδρειας το ποίημα Θυσία. Μετά από άρνηση του περιοδικού να το δημοσιεύσει, μέλη της Νέας Ζωής αποχώρησαν και δημιούργησαν το περιοδικό Γράμματα, όπου και δημοσιεύτηκε η Θυσία. Τρία χρόνια αργότερα έγινε σχολάρχης στην Αργαλαστή του Πηλίου και μετά από κατηγορίες εναντίον του για εμπλοκή στην υπόθεση των Αθεϊκών του Βόλου μετατέθηκε στα Μέγαρα. Μετά το δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο, στον οποίο πήρε μέρος με τους «απαλλαγέντας και αγυμνάστους του 1900-1902», φοίτησε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης του Γληνού και το 1915 διορίστηκε σχολάρχης στην Κερατιά Αττικής. Από το 1910 άρχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση και ως το 1916 ολοκλήρωσε τους Ηρακλείδες του Ευριπίδη, τον Αίαντα του Σοφοκλή, τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα και τον Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου του Φλωμπέρ. Το 1916 επιστρατεύτηκε ξανά, αυτή τη φορά στη Λήμνο (είχε προηγηθεί η λήξη της Βουλγαρικής ουδετερότητας). Το 1917 διορίστηκε καθηγητής στο Γυμνάσιο Πειραιά, και το 1919 έφυγε με υποτροφία για μετεκπαίδευση στην αισθητική και τη νεοελληνική φιλολογία στο Παρίσι. Η εκεί παραμονή του σηματοδότησε την ιδεολογική προσχώρησή του στο μαρξιστικό διαλεκτικό υλισμό, καρπός της οποίας στάθηκε το ποίημα Προσκυνητής. Μετά την πτώση της κυβέρνησης Βενιζέλου η υποτροφία του διακόπηκε και ο Βάρναλης επέστρεψε στην Αθήνα, όπου στις αρχές του 1821 διορίστηκε καθηγητής στο Γ΄ Γυμνάσιο του Πειραιά. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου έγραψε στην Αίγινα Το Φως που καίει, που εξέδωσε ένα χρόνο αργότερα στην Αλεξάνδρεια με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας (δέυτερη αναθεωρημένη έκδοση πραγματοποίησε το 1933). Το 1922 δημοσίευσε επίσης τους Μοιραίους στο περιοδικό Νεολαία και τη Λευτεριά στο περιοδικό Μούσα. Το φθινόπωρο του 1923 μετά από ανάκληση της διακοπής της υποτροφίας του ξαναπήγε στο Παρίσι, όπου έμεινε στο σπίτι του φίλου του χαράκτη Γιάννης Κεφαληνού. Το 1924 γύρισε στην Αθήνα και δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία υπό τη διεύθυνση του Γληνού. Ένα χρόνο αργότερα σημειώθηκε η κριτική διαμάχη του Βάρναλη με τον Γιάννη Αποστολάκη. Ο Βάρναλης δημοσίευσε το δοκίμιο Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική, αντιτιθέμενος στην ιδεαλιστική ποιητική θεωρία που είχε εκφράσει ο Αποστολάκης στο έργο του Η ποίηση στη ζωή μας. Το 1926 παύτηκε από τη θέση του ως καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, αρχικά προσωρινά και στη συνέχεια οριστικά, με αφορμή ένα δημοσίευμα της Εστίας που δημοσίευσε ως παράδειγμα της αντεθνικής δράσης των μεταρρυθμιστών Παιδαγωγών ένα απόσπασμα από Το φως που καίει. Ο Βάρναλης στράφηκε στη δημοσιογραφία και έφυγε για τη Γαλλία ως ανταποκριτής της Προόδου. Το 1927 επέστρεψε στην Αθήνα και τύπωσε τους Σκλάβους Πολιορκημένους. Το 1929 παντρεύτηκε την ποιήτρια Δώρα Μοάτσου. Το 1932 εξέδωσε την Αληθινή απολογία του Σωκράτη . Το 1935 πήρε μέρος ως αντιπρόσωπος των ελλήνων συγγραφέων στο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα μαζί με το Γληνό και μετά από εντολή του Κονδύλη εξορίστηκε στη Μυτιλήνη και τον Άγιο Ευστράτιο. Παρέμεινε πιστός στην ιδεολογία του κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου, το 1856 τιμήθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1959 τιμήθηκε με το βραβείο Λένιν. Είχαν προηγηθεί μεταξύ άλλων εκδόσεις των έργων του Ζωντανοί άνθρωποι, Το Ημερολόγιο της Πηνελόπης, Ποιητικά, Διχτάτορες, Αισθητικά- Κριτικά (δύο τόμοι). Το 1965 εκδόθηκε η τελευταία ποιητική συλλογή του με τίτλο Ελεύθερος κόσμος και το 1972 το θεατρικό έργο Άτταλος ο Γ΄. Πέθανε το Δεκέμβρη του 1974. Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή του Οργή Λαού, γραμμένη κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου και τα Φιλολογικά Απομνημονεύματα, συγκεντρωτικός τόμος δημοσιευμάτων του στην εφημερίδα Ανεξάρτητος από το Φεβρουάριο ως τον Αύγουστο του 1935. Η πορεία του Βάρναλη στο χώρο της ποίησης ξεκίνησε το 1904, όταν εξέδωσε τις Κηρύθρες, την πρώτη του ποιητική συλλογή με πρόλογο του Στέφανου Μαρτζώκη. Στα πρώτα του βήματα συμπορεύτηκε πνευματικά με τον Άγγελο Σικελιανό και το Νίκο Καζαντζάκη με έντονες επιρροές από το ρέυμα του παρνασσισμού και τις διονυσιακές και ανθρωπιστικές ιδέες. Με τον Προσκυνητή πέρασε σε μια νέα ιδεολογική κατεύθυνση και υιοθέτησε ένα μεσσιανικό πρότυπο της ποιητικής ιδιότητας, ενώ με το Φως που καίει σηματοδοτήθηκε η τελευταία ιδεολογική του μεταστροφή, αυτή τη φορά προς την κοινωνικά και πολιτικά στρατευμένη λογοτεχνία με τη παράλληλη όμως παρουσία σατιρικών, λυρικών, δραματικών και συμβολιστικών στοιχείων. Ο τελευταίος αυτός προσανατολισμός του τον συνόδεψε σ’ όλη τη ζωή του και κυριαρχεί ��αι στα κριτικά του κείμενα. Γενικά το έργο του Βάρναλη αντικατοπτρίζει τη δεκτικότητά του απέναντι σε νέες ιδέες και η συνύπαρξη αντιθετικών στοιχείων στο έργο του αποτελεί έναν από τους λόγους της ιδιαίτερης γοητείας του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κώστα Βάρναλη, βλ. Μαλάνος Τίμος, «Βάρναλης Κώστας», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας12, σ.731-738. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Μιχαηλίδη Θεανώ Ν., «Βάρναλης Κώστας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 2. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984 και Παπαγεωργίου Κώστας Γ., «Εργο-βιογραφικό χρονολόγιο του Κώστα Βάρναλη», Διαβάζω88, 22/2/1984, σ.6-11. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Γρηγόριος ο Νύσσης

Georgiou Virgil

Παπατσώνης Κ. Τάκης

Τ.Κ. Παπατσώνης (1895-1976). Ο Τ[άκης] Παπατσώνης γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος του Κωνσταντίνου Παπατσώνη και της Αικατερίνης το γένος Πρασσά. Μαθήτευσε στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών και το 1913 δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στην εφημερίδα Ακρόπολις. Σπούδασε Νομική και Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ως το 1920 και το 1927 παρακολούθησε μαθήματα οικονομικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Από το 1914 και για σαράντα χρόνια εργάστηκε στο Υπουργείο Οικονομικών φτάνοντας ως τη θέση του Γενικού Γραμματέα. Το 1928 έμεινε για μήνες στο Άγιο Όρος. Το 1932 παντρεύτηκε την Ευανθία Εμπεδοκλή με την οποία απέκτησε μια κόρη. Ταξίδεψε πολύ σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του και λόγω της εργασίας του και από προσωπικό πάθος (ενδεικτικά αναφέρονται εδώ τα ταξίδια του στο Βελιγράδι, την Κωνσταντινούπολη, την Ιταλία, την Πράγα, την Ελβετία, τη Γαλλία, το Βερολίνο, τη Δρέσδη, την Αγγλία, την Ισπανία, το Βουκουρέστι, τη Βέρνη, τα Καρπάθια, τη Νέα Υόρκη, την Κούβα, το Σικάγο, το Σαν Ντιέγο). Διετέλεσε αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εμπορικής Τράπεζας (1941), Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Πινακοθήκης (1953-1964), Αντιπρόεδρος στο Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού Θεάτρου (1955-1964), Αντιπρόεδρος και Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αισθητικής (1963 και 1966 αντίστοιχα). Τιμήθηκε με το γαλλικό παράσημο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής (1920) και με το πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1963). Το 1967 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα. Η πρώτη έκδοση ποιημάτων του Παπατσώνη πραγματοποιήθηκε το 1934 με την Εκλογή Α΄. Είχε προηγηθεί η δημοσίευση της πρώτης ελληνικής μετάφρασης της Έρημης Χώρας του Τόμας Έλλιοτ από τον Παπατσώνη στο περιοδικό Κύκλος και με τίτλο Ερημότοπος. Από το 1935 και για πέντε χρόνια συνεργάστηκε με την εφημερίδα Καθημερινή, όπου δημοσίευσε κριτικά δοκίμια. Το 1944 εξέδωσε την Ursa Minor . Ακολούθησαν η Εκλογή Β΄ (1962), το οδοιπορικό Άσκηση στον Άθω (1963), το ταξιδιωτικό κείμενο Μολδοβλαχικά του Μύθου, οι μελέτες Friedrich Holderlin, 1970-1843-1970 και Εθνεγερσία: Σολωμός, Κάλβος, και οι συλλογές δοκιμίων Ο Τετραπέρατος κόσμος (δυο τόμοι) και Όπου ην κήπος. Ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνική μετάφραση και συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ελλάς, Οι Νέοι, Λόγος, Λύρα, Μούσα, Πειθαρχία, Πρωτοπορία, Ρυθμός, Νέα Γράμματα, Νέα Εστία, Ελεύθερα Γράμματα, Χρονικά Αισθητικής κ.α. Ο Τάκης Παπατσώνης τοποθετείται από τους ιστορικούς της λογοτεχνίας στην ποιητική γενιά του τριάντα, ως μια ιδιαίτερη όμως περίπτωση που υπερβαίνει τις όποιες κατηγοριοποιήσεις. Υπήρξε ένας από τους εισηγητές του ελεύθερου στίχου στη μοντέρνα ελληνική ποίηση. Το ποιητικό του έργο χαρακτηρίζουν ποικίλες δημιουργικά αφομοιωμένες επιδράσεις και έντονα προσωπικό ύφος στα πλαίσια του μυστικιστικού και θεολογικού στοχασμού του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τάκη Παπατσώνη βλ. Άγρας Τέλλος, «Παπατσώνης Τάκης», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια 19. Αθήνα, Πυρσός, 1932, Γιάκος Δημήτρης, «Παπατσώνης Τάκης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 11. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Μουντές Μ., «Μικρό βιογραφικό διάγραμμα του Τάκη Παπατσώνη», Νέα Εστία 100, ετ.Ν΄, 15/11/1976, αρ.1185, σ.1484-1485, Φραντζή Άντεια, «Παπατσώνης Τάκης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, και Τετράδια Ευθύνης 1. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Γρηγόριος Ναζιανζηνός

Ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός (περ. 329 - 25 Ιανουαρίου 389 ή 390 (επίσης γνωστός ως Γρηγόριος Θεολόγος και Γρηγόριος της Ναζιανζού) ήταν Αρχιεπίσκοπος της Κωνσταντινουπόλεως τον 4ο αιώνα μ.Χ. Θεωρείται ευρέως ως ο πιο ταλαντούχος ρήτορας μεταξύ των Πατέρων της Εκκλησίας. Ως κλασσικά εκπαιδευμένος ομιλητής και φιλόσοφος του Ελληνισμού, κατάφερε να συνδυάσει τον Ελληνισμό με τη πρώτη εκκλησία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο Γρηγόριος είχε σημαντικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση της Τριαδικής θεολογίας τόσο μεταξύ των ελληνόφωνων και λατινοφώνων θεολόγων και έγινε γνωστός ως "Τριαδικός Θεολόγος". Τα περισσότερα από τα έργα του επηρεάζουν τους σύγχρονους θεολόγους, ειδικά όσον αφορά τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδας. Ήταν φίλος με δύο αδέρφια, τον Βασίλειο και τον Γρηγόριο. Ο Γρηγόριος είναι άγιος και της Ανατολικής και της Δυτικής Χριστιανικής Εκκλησίας. Στη Ρωμαϊκή Καθολική Εκκλησία θεωρείται ως ένας από τους Δασκάλους της Εκκλησίας - στην Ανατολική Ορθόδοξη και στη Δυτική Καθολική Εκκλησία είναι γνωστός ως ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, μαζί με τον Βασίλειο τον Μέγα και τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. [πηγή: Βικιπαίδεια, 24/2/2012]

Ρίτσος Γιάννης

Γιάννης Ρίτσος (1909-1990). Ο Γιάννης Ρίτσος γεννήθηκε στη Μονεμβασιά Λακωνίας, γιος του μεγαλοκτηματία Ελευθέριου Ρίτσου και της Ελευθερίας το γένος Βουζουναρά. Είχε τρία αδέρφια. Το 1919 αποφοίτησε από το Σχολαρχείο της Μονεμβασιάς και το 1921 γράφτηκε στο Γυμνάσιο του Γυθείου. Την ίδια χρονιά πέθαναν ο αδερφός του Μανώλης και η μητέρα του. Το 1924 δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στη "Διάπλαση των Παίδων" με το ψευδώνυμο Ιδανικόν Όραμα. Το 1925 ολοκλήρωσε και τις γυμνασιακές του σπουδές στο Γύθειο και έφυγε με την αδερφή του Λούλα για την Αθήνα. Είχε προηγηθεί η οικονομική καταστροφή του πατέρα του και έτσι ο Ρίτσος εργάστηκε στην Αθήνα, αρχικά ως δακτυλογράφος και στη συνέχεια ως αντιγραφέας στην Εθνική Τράπεζα. Το 1926 αρρώστησε από φυματίωση και επέστρεψε στη Μονεμβασιά ως το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου, οπότε γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας, χωρίς να μπορέσει ποτέ να φοιτήσει. Υπήρξε βοηθός βιβλιοθηκάριου και γραφέας στο Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας. Το Γενάρη του 1927 νοσηλεύτηκε στην κλινική Παπαδημητρίου και λίγο αργότερα μπήκε στο σανατόριο Σωτηρία, όπου έμεινε τελικά για τρία χρόνια. Στη Σωτηρία ο Ρίτσος γνωρίστηκε με τη Μαρία Πολυδούρη και με μαρξιστές και διανοούμενους της εποχής του, ενώ παράλληλα έγραψε κάποια ποιήματά του που δημοσιεύτηκαν στο φιλολογικό παράρτημα της Μεγάλης Εγκυκλοπαίδειας. Από το φθινόπωρο του 1930 και για ένα χρόνο έζησε στα Χανιά, αρχικά στο Άσυλο Φυματικών της Καψαλώνας και μετά από προσωπική του καταγγελία των άθλιων συνθηκών ζωής που επικρατούσαν εκεί σε τοπική εφημερίδα, μεταφέρθηκε μαζί με όλους τους τρόφιμους στο σανατόριο Άγιος Ιωάννης. Τον Οκτώβρη του 1931 επέστρεψε στην Αθήνα και ανέλαβε τη διεύθυνση του καλλιτεχνικού τμήματος της Εργατικής Λέσχης. Εκεί σκηνοθέτησε και συμμετείχε σε παραστάσεις. Η υγεία του βελτιώθηκε σταδιακά, το ίδιο και τα οικονομικά του με τη βοήθεια της αδερφής του Λούλας, που είχε στο μεταξύ παντρευτεί και φύγει για την Αμερική. Τον επόμενο χρόνο ο πατέρας του μπήκε στο Ψυχιατρείο στο Δαφνί (όπου πέθανε το 1938) · πέντε χρόνια αργότερα τον ακολούθησε η Λούλα, που βγήκε το 1939. Το 1933 συνεργάστηκε με το περιοδικό της Αριστεράς Πρωτοπόροι και δούλεψε στο εμπορικό θέατρο για τέσσερα χρόνια (θίασοι Ζωζώς Νταλμάς, Ριτσιάρδη, Μακέδου). Στο χώρο της δημοσιογραφίας εμφανίστηκε επίσης στις στήλες του "Ριζοσπάστη" -όπου δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή "Τρακτέρ" με το ψευδώνυμο Ι. Σοστίρ- και των "Ελεύθερων Γραμμάτων" (1945). Το 1934 προσλήφθηκε ως επιμελητής εκδόσεων του οίκου Γκοβόστη και γράφτηκε στο Κ.Κ.Ε.. Το 1937 νοσηλεύτηκε στο σανατόριο της Πάρνηθας. Τον επόμενο χρόνο προσλήφθηκε στο Βασιλικό Θέατρο και το 1940 στη Λυρική Σκηνή. Κατά τη διάρκεια του ελληνογερμανικού πολέμου και της κατοχής ο Ρίτσος έζησε κατάκοιτος, παρόλα αυτά συμμετείχε στη δραστηριότητα του μορφωτικού τμήματος του ΕΑΜ και αρνήθηκε να δεχτεί χρήματα από έρανο όταν κινδύνεψε η ζωή του από τις κακουχίες. Στη διάρκεια των Δεκεμβριανών επισκεπτόταν συχνά την Καισαριανή, συναντήθηκε με τον Άρη Βελουχιώτη και συνεργάστηκε με το Λαϊκό Θέατρο Μακεδονίας. Το 1948 εξορίστηκε λόγω της αριστερής δράσης του στο Κοντοπούλι της Λήμνου, τον επόμενο χρόνο στη Μακρόνησο, το 1950-1951 στον Άη Στράτη. Το 1952 επέστρεψε στην Αθήνα και πολιτεύτηκε στην ΕΔΑ. Το 1954 παντρεύτηκε την παιδίατρο Φηλίτσα Γεωργιάδου από τη Σάμο, με την οποία απέκτησε μια κόρη την Έρη. Το 1956 ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση ως μέλος αντιπροσωπείας διανοουμένων και δημοσιογράφων και το 1959 επισκέφτηκε τη Ρουμανία. Το 1962 επισκέφτηκε ξανά τη Ρουμανία όπου συναντήθηκε με το Ναζίμ Χικμέτ και κατόπιν πήγε στην Τσεχία και τη Σλοβακία, όπου ολοκλήρωσε την Ανθολογία Τσέχων και Σλοβάκων ποιητών, την Ουγγαρία και τη Λ. Δ. της Γερμανίας. Το 1964 συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές με την ΕΔΑ. Μετά το πραξικόπημα του Παπαδόπουλου το 1967 εξορίστηκε ξανά, αυτή τη φορά στη Γυάρο και τη Λέρο, το 1968 στη Σάμο, όπου τέθηκε υπό κατ' οίκον περιορισμό στο σπίτι της γυναίκας του για λόγους υγείας. Το 1970 επέστρεψε στην Αθήνα, μετά όμως από άρνησή του να συμβιβαστεί με το καθεστώς του Παπαδόπουλου εξορίστηκε εκ νέου στη Σάμο ως το τέλος του χρόνου που μπήκε για εγχείρηση στη Γενική Κλινική Αθηνών. Το 1973 συμμετείχε στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Μετά την πτώση της δικτατορίας και τη μεταπολίτευση έζησε κυρίως στην Αθήνα και τιμήθηκε για το έργο του από την Ελλάδα και άλλες χώρες του κόσμου. Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ πως ο Γιάννης Ρίτσος τιμήθηκε με το Μέγα Διεθνές Βραβείο Ποίησης της Biennale του Knokk - le - zont στο Βέλγιο (1972), το Διεθνές Βραβείο Δημητρώφ στη Σόφια (1975), το Μέγα Γαλλικό Βραβείο Ποίησης Alfred de Vigny, το βραβείο Λένιν (1977), το Διεθνές Βραβείο του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ειρήνης (1979), το βραβείο Ποιητή Διεθνούς Ειρήνης του ΟΗΕ, το Χρυσό Μετάλλιο του Δήμου Αθηναίων (1987), το Μετάλλιο Ειρήνης Γρηγόρη Λαμπράκη (1989), τον Μεγάλο Αστέρα της Φιλίας των Λαών (Γ. Λ. Δ.), το μετάλλιο Ζολιό - Κιουρί (1990). Το 1986 προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (1937) και της Ακαδημίας Λογοτεχνών και Επιστημών Mainz της Ο. Δ. Γ, και ανακηρύχτηκε επίτιμος διδάκτωρ των Πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης (1975), Μπίρμιγχαμ (1978), Karl Marx της Λειψίας (1984), της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας (1987). Πέθανε το Νοέμβρη του 1990 και η σορός του ενταφιάστηκε στη γενέτειρά του. Θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ποίησης του Γιάννη Ρίτσου στάθηκε η στράτευσή της στην υπηρεσία του ανθρωπισμού, της αγάπης και της ελληνικότητας. Κατά τη διάρκεια της εξηντάχρονης πνευματικής πορείας του ο Ρίτσος πέρασε γρήγορα από το χώρο του νεορομαντισμού-νεοσυμβολισμού του μεσοπολέμου στην πολιτικά στρατευμένη υπέρ του κομμουνισμού τέχνη, στα πλαίσια της οποίας διαμόρφωσε μια γνήσια λυρική γραφή και πρόβαλε την κοσμοθεωρία του, παραμένοντας σ' όλη τη ζωή του ένας εξαιρετικά ευαίσθητος δέκτης των συνεπειών των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων τόσο στην Ελλάδα, όσο και σ' όλο τον κόσμο. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Γιάννη Ρίτσου βλ. Βελουδής Γ., "Ρίτσος Γιάννης", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 9α, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Αγγελική Κώττη, "Χρονολόγιο Γιάννη Ρίτσου", περιοδικό "Νέα Εστία", τχ. 130, Χριστούγεννα 1991, αρ. 1547, σ. 4-9, Θοδωρής Πετρόπουλος, "Χρονολόγιο Γιάννη Ρίτσου", περιοδικό "Διαβάζω", τχ. 205, 21/12/1988, σ. 34-46, Γιάννης Η. Παππάς, "Χρονολόγιο Γιάννη Ρίτσου", περιοδικό "Ελί-τροχος", τχ. 4-5, Χειμώνας 1994-1995, σ. 15-31, Αγγελική Κώττη, "Γιάννης Ρίτσος: ένα σχεδίασμα βιογραφίας", Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 1997, και Χρύσα Προκοπάκη, Αικατερίνη Μακρυνικόλα & Γιώργης Γιατρομανωλάκης, "Γιάννης Ρίτσος 1909-1990: εκατό χρόνια από τη γέννησή του", Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, Αθήνα, 2010. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.)

Μακρής Γ. Σπύρος

McDowell Josh

Ο Josh McDowell είναι διεθνώς γνωστός ομιλητής, συγγραφέας και αντιπρόσωπος της Χριστιανικής Κίνησης Αγάπης (C.C.C.). Απόφοιτος του Wheaton College και του Talbot Theological Seminary, έχει γράψει πάνω από 35 βιβλία. Με τη γυναίκα του, Dottie έχουν τέσσερα παιδιά.

Σολωμός Διονύσιος

Γεννήθηκε στην Ζάκυνθο το 1798, από αριστοκρατική οικογένεια. Το 1808 στάλθηκε στην Ιταλία για σπουδές και σπούδασε νομικά. Μετά από δέκα χρόνια επιστρέφει στη Ζάκυνθο με γερή φιλολογική μόρφωση. Εκείνη την εποχή γίνεται δεκτός σε μια φιλολογική οργάνωση όπου αναγνωρίζεται ως στιχουργός. Στο τέλος του 1828 εγκαταλείπει τη Ζάκυνθο και εγκαθίσταται στη Κέρκυρα για να αφοσιωθεί στην ποίηση. Το 1833 ένα σοβαρό οικογενειακό γεγονός τον ταράζει, ο ετεροθαλής αδελφός του δηλώνει στις λιμενικές αρχές την κληρονομιά από τον πατέρα του και τη διεκδικεί. Όλα τα χρόνια που έζησε στην Κέρκυρα δεν έκανε ούτε ένα ταξίδι στην ελευθερωμένη Ελλάδα γιατί, όπως υποστηρίζεται, "δεν εσυνηθούσε να θεατρίζει στο εθνικό του φρόνηματα αλλά μες το άγιο βήμα της ψυχής". Όταν ο Σολωμός γύρισε από την Ιταλία, έφερε μαζί του ποιήματα θρησκευτικού περιεχομένου. Αργότερα δημιουργεί αυτοσχέδια σονέτα και τέλος λυρικά ποιήματα. Το πρώτο εκτενές ποίημα του Σολωμού είναι ο "Ύμνος εις την Ελευθερία" που είναι γραμμένος σε τετράστιχες στροφές. Ο Σολωμός πέθανε το Φεβρουάριο του 1857 από εγκεφαλική συμφόρηση. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1865 στη Ζάκυνθο και τοποθετήθηκαν στην αρχή σε ένα μικρό μαυσωλείο στον τάφο του Κάλβου. Επίσης χαρακτηριστικό είναι ότι ο Σολωμός ως ποιητής απέκτησε φήμη από τα νεανικά του χρόνια και ότι με το πέρασμα των δεκαετιών το ποιητικό του έργο δεν ξεπεράστηκε.

Justin Popovic Αρχιμανδρίτης

Ο πατήρ Ιουστίνος Πόποβιτς (1894-1979), γεννήθηκε και εκοιμήθη την ημέρα του Ευαγγελισμού. Μία ζωή τον οδηγούσε αυτή η ευλογία. Υπήρξε μεγάλη μορφή για το Σερβικό λαό και για όλο τον Ορθόδοξο κόσμο. Καθηγητής Θεολογίας με βαθύτατη θεολογική σκέψη, συνέγραψε πολλά και χρήσιμα έργα για τους πιστούς. Και όχι μόνο για εκείνους τους πιστούς που παρά το αθεϊστικό καθεστώς της παλαιάς Γιουγκοσλαβίας ήταν και παρέμειναν πιστοί. Τα έργα του γέννησαν πολλά νέα πνευματικά τέκνα, ξύπνησαν την πίστη στο Σερβικό λαό. Γι' αυτό με το συγγραφικό του έργο υπήρξε πατέρας της "πνευματικής αναγέννησης" του Σερβικού λαού. Παράλληλα ήταν ο πνευματικός πατέρας της Μονής Τσέλιε, όπου από το 1948 τον ανάγκασε το αθεϊστικό καθεστώς να μένει μακριά από τα μεγαλύτερα κέντρα σύναξης του λαού. Ήταν δυνατός στον προφορικό λόγο. Η χάρη του Θεού δεν άφηνε τον όσιο αυτό άνθρωπο με τη φλογερή πίστη. Λίγοι μπόρεσαν να τον ακούσουν, πολλοί όμως κατόρθωσαν να διαβάσουν τα έργα του. Και σ' αυτά τα έργα μπορούμε να διακρίνουμε τη χάρη του Θεού στην πίστη του οσίου. Στη σημερινή εποχή πολλοί νομίζουν ότι οι Άγιοι υπήρξαν μόνο παλιά. Όμως, και στον αιώνα μας υπάρχουν Άγιοι, επειδή ο Κύριος ήταν και είναι πάντα ο ίδιος.

Θεοτόκης Κωνσταντίνος

Θεοτόκης Κωνσταντίνος (1872-1923). Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης γεννήθηκε το 1872 στην Κέρκυρα, γιος του Μάρκου Θεοτόκη και της Αγγελικής ��ολυλά, ανιψιάς του Ιάκωβου Πολυλά. Είχε δυο αδερφούς. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο ιδιωτικό σχολείο Κοντούτη, στη συνέχεια φοίτησε για οχτώ χρόνια στο Εκπαιδευτήριο Καποδίστριας και τέλειωσε το γυμνάσιο το 1888. Μαθητής ακόμα έγραψε το σχολικό εγχειρίδιο Εγχειρίδιον προς κατασκευήν διαφόρων εκ χάρτου παιγνίων. Μέρος πρώτον : Το πτηνόν. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε και το ενδιαφέρον του για τις φυσικές επιστήμες και το 1884 σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών εξέδωσε με τον αδερφό του Κωνσταντίνο την εφημερίδα Ελπίς. Το 1887 εξέδωσε μια μελέτη για τον ηλεκτροχημικό τηλέγραφο και έστειλε μια μελέτη για το κυβερνώμενο αερόστατο στη Γαλλική Ακαδημία των Επιστημών που επαινέθηκε.Το 1889 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης για σπουδές φυσικομαθηματικών επιστημών. Η κοσμική και σπάταλη ζωή που επέλεξε τον οδήγησε δυο χρόνια αργότερα για συνέχιση των σπουδών του στη Βενετία. Εκεί σύναψε δεσμό με τη βαρώνη Ερνεστίνη φον Μάλοβιτς, δεκαεφτά χρόνια μεγαλύτερή του, από την οποία χώρισε προσωρινά κατόπιν παρέμβασης του πατέρα του τον ίδιο χρόνο, την παντρεύτηκε όμως δυο χρόνια αργότερα στη Βοημία. Ένα χρόνο αργότερα εγκαταστάθηκε με τη σύζυγό του στον πύργο των Καρουσάδων. Τότε χρονολογείται και η έναρξη της βαθιάς φιλίας του με το Λορέντζο Μαβίλη, με τον οποίο πήρε μέρος στην κρητική επανάσταση και στον πόλεμο του 1897 και από τον οποίο υιοθέτησε το ενδιαφέρον του για τη σανσκριτική μυθολογία. Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος έφυγε για σπουδές έξι μηνών στο Γκρατς της Αυστρίας, όπου ήρθε σε επαφή με τη σκέψη του Μαρξ και του Νίτσε και στράφηκε προς τις θεωρητικές επιστήμες. Το 1895 εξέδωσε ένα ρομάντζο στα γαλλικά, το 1899 δημοσίευσε σε συνέχειες το Πάθος και το Πίστομα στο περιοδικό Τέχνη του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου. Το 1900 πέθανε η κόρη του Ερνεστίνη από μηνιγγίτιδα σε ηλικία πέντε ετών. Το 1901δημοσίευσε στο Διόνυσο το διήγημα Juventus Mundi και τον επόμενο χρόνο την Κασσώπη. Το 1902 επισκέφτηκε τη Ζάκυνθο με αφορμή τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Σολωμού και τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε ένα άρθρο για το Σολωμό στην εφημερίδα Neue Presse της Βιέννης. Το 1903 γνωρίστηκε με την μετέπειτα στενή φίλη του Ειρήνη Δεντρινού και το 1904 δημοσίευσε στο Νουμά τη διατριβή του Σανσκριτική και καθαρεύουσα. Το 1905 οργάνωσε συνέδριο δημοτικιστών στην Κέρκυρα με αφορμή την εκεί επίσκεψη του Αλέξανδρου Πάλλη. Οι καλεσμένοι επίσης Κωστής Παλαμάς, Γιάννης Ψυχάρης και Ιωάννης Γρυπάρης δεν παρευρέθηκαν. Στη διετία 1907-1909 βρέθηκε στο πανεπιστήμιο του Μονάχου για σπουδές και επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου υποδέχτηκε τον σοσιαλιστή Μαζαράκη. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κερκύρας και κατόπιν του Αλληλοβοηθητικού Εργατικού Συνδέσμου Κερκύρας και το 1912 τιμήθηκε με το παράσημο του Σταυρού του Σωτήρος από την κυβέρνηση, βραβείο που όμως δε δέχτηκε. Το 1916 συμμετείχε σε ειδική αποστολή του επαναστατικού κινήματος Θεσσαλονίκης στη Ρώμη μετά από ανάθεση του τότε υπουργού Εξωτερικών Νικολάου Πολίτη. Επέστρεψε στην Κέρκυρα και διορίστηκε αντιπρόσωπος της κυβέρνησης στην Κέρκυρα, θέση από την οποία παραιτήθηκε τον ίδιο χρόνο. Το 1917 μετά την πτώση της αυστροουγγρικής μοναρχίας ο Θεοτόκης και η σύζυγός του καταστράφηκαν οικονομικά. Η υγεία του κλονίστηκε. Εργάστηκε σποραδικά ως διευθυντής λογοκρισίας (για δυο μέρες), ως υπάλληλος των εκδόσεων Ελευθερουδάκη, της Υπηρεσίας Ξένων και Εκθέσεων και της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ενώ δεν έπαψε σ’ όλη τη ζωή του να δημοσιεύει πεζογραφικά, ποιητικά και μεταφραστικά έργα του σε πολλά λογοτεχνικά και εφημερίδες (όπως Η Τέχνη, ο Νουμάς, ο Διόνυσος κ.α.).Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν πολύ δύσκολα λόγω της άθλιας οικονομικής του κατάστασης και της αρρώστιας του . Εγχειρίστηκε στον Ευαγγελισμό και οι γιατροί τον συμβούλεψαν να φύγει για την Κέρκυρα, όπου πέθανε την πρώτη Ιουλίου του 1923, αφήνοντας ανολοκλήρωτο το τελευταίο του έργο με τίτλο Ο παπά Ιορδάνης περίχαρος και η ενορία του. Στο χώρο της πρωτότυπης λογοτεχνικής δημιουργίας ο Θεοτόκης ασχολήθηκε κυρίως με την πεζογραφία. Ξεκίνησε γράφοντας διηγήματα (κυρίως κατά την περίοδο 1898-1910) με επιρροές από τον γερμανικό ιδεαλισμό και τη σκέψη του Νίτσε και θέματα μυθολογικά μεσαιωνικά και άλλα, όλα απομακρυσμένα από τη σύγχρονή του πραγματικότητα. Σύντομα άλλαξε κατεύθυνση και διέγραψε μια εξελικτική πορεία από την ψυχογραφική ηθογραφία και την αισθητιστική γραφή, προς τον ιδεολογικά φορτισμένο κοινωνικό ρεαλισμό (επιρροές από το σοσιαλισμό) και το νατουραλισμό. Σταθμοί της πορείας του στάθηκαν Το Πάθος, Το Πίστομα, Η τιμή και το χρήμα, Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλλα. Στο χώρο της ποίησης έγραψε 32 σονέτα με ερωτική κυρίως θεματολογία. Άξιες λόγου είναι επίσης οι φιλολογικές του μελέτες και οι εξαιρετικά φροντισμένες μεταφράσεις σημαντικών έργων της παλαιότερης και σύγχρονής του παγκόσμιας λογοτεχνίας (ο Θεοτόκης μιλούσε δέκα γλώσσες), με τις οποίες στόχευε στην πνευματική αφύπνιση του λαού, παράλληλα προς τον φίλο του Κωνσταντίνο Χατζόπουλο. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κωνσταντίνου Θεοτόκη βλ. Γιαλουράκης Μανώλης, "Θεοτόκης Κωνσταντίνος", Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 7. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Δάλλας Γιάννης, "Κωνσταντίνος Θεοτόκης", Η παλαιότερη πεζογραφία μας· Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο Ι΄ (1900-1914), σ.182-230. Αθήνα, Σοκόλης, 1997, Καλαμαράς Βασίλης, "Εργοβιογραφία Κωσνταντίνου Θεοτόκη", Διαβάζω 92, 18/4/1984, σ.14-18, Λυκούργου Νίκη, "Θεοτόκης Κωνσταντίνος", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Μαρτζούκου Μαρία, "Χρονολόγιο Κωνσταντίνου Θεοτόκη", Πόρφυρας 57-58 (Κέρκυρα), 4-9/1991, σ.185-206 και Μαρτζούκου Μαρία, "Συγκριτικό χρονολόγιο Κωνσταντίνου Θεοτόκη", Πόρφυρας 80 (Κέρκυρα), 1-3/1997, σ.436-449. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Γκάτσος Νίκος

Νίκος Γκάτσος (1911 ή 1914-1992). Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε στα Χάνια Φραγκόβρυσης της Αρκαδίας. Τέλειωσε το Γυμνάσιο στην Τρίπολη και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε με τη μητέρα και την αδελφή του στην Αθήνα, όπου σπούδασε στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου. Την περίοδο 1935-1936 ταξίδεψε στη Νότιο Γαλλία και το Παρίσι. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία έκανε το 1931 με τη δημοσίευση του ποιήματος "Της μοναξιάς" στο περιοδικό "Νέα Εστία", ενώ την ίδια περίοδο μπήκε στον κύκλο του περιοδικού "Νέα Γράμματα" με το οποίο συνεργάστηκε και ως κριτικός λογοτεχνίας, δραστηριότητα που ανέπτυξε και σε άλλα λογοτεχνικά περιοδικά της Αθήνας. Το 1943 εξέδωσε την "Αμοργό", ποιητική συλλογή που θεωρήθηκε ως ορόσημο στην ιστορία της ελληνικής υπερρεαλιστικής ποίησης και επηρέασε σύγχρονους και μεταγενέστερούς του ποιητές. Μετά την "Αμοργό" ωστόσο δε δημοσίευσε παρά τρία ποιήματα στον περιοδικό τύπο. Στη μεταπολεμική περίοδο συνεργάστηκε με το περιοδικό του Κ.Γ. Κατσίμπαλη "Αγγλοελληνική Επιθεώρηση" και με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Ασχολήθηκε επίσης με τη θεατρική μετάφραση (Λόρκα, Στρίντμπεργκ, Ο’Νηλ, Λόπε ντε Βέγκα, Τενεσσή Ουΐλλιαμς κ.α.) σε παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και άλλων αθηναϊκών θιάσων και από τη δεκαετία του ’50 με τη στιχουργική. Στίχοι του μελοποιήθηκαν από το Μάνο Χατζιδάκι, το Μίκη Θεοδωράκη, το Σταύρο Ξαρχάκο και άλλους έλληνες συνθέτες. Τιμήθηκε με το Βραβείο του Δήμου Αθηναίων για το σύνολο του έργου του (1987) και εκλέχτηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας της Βαρκελώνης για τη συμβολή του (μέσω των μεταφράσεών του) στην προώθηση της ισπανικής λογοτεχνίας (1991). Πέθανε στην Αθήνα. Το 1995 κυκλοφόρησε στην Κωνσταντινούπολη τουρκική μετάφραση του ποιητικού έργου του από τον Ηρακλή Μήλλα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νίκου Γκάτσου βλ. "Γκάτσος Νίκος" στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 3, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Δημοσθένης Κούρτοβικ, "Νίκος Γκάτσος", στο "Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς: ένας οδηγός", Αθήνα, Πατάκης, 1995, σ. 55-56, Αλέξης Ζήρας, "Γκάτσος Νίκος", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ. 403-404, και Φίλιππος Μανδηλαράς-Αγγελική Πασσιά, "Νίκος Γκάτσος: Εργογραφία", περιοδικό "Ελί-τροχος", τχ. 11, Χειμώνας 1996-1997, σ. 8-13. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Maamdi Seraphim

Παπαδιαμάντης Αλέξανδρος

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στη Σκιάθο στις 3 Μαρτίου του 1851 και ήταν γιος του ιερέα Αδαμάντιου Εμμανουήλ και της Αγγελικής κόρης Αλεξ. Μωραϊτίδη. Τελείωσε το δημοτικό και τις δύο πρώτες τάξεις του ελληνικού σχολείου στη Σκιάθο. Φοίτησε σε σχολείο της Σκοπέλου, του Πειραιά και τελικά πήρε απολυτήριο Γυμνασίου από το Βαρβάκειο το 1874. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου, γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ' όπου όμως ποτέ δεν αποφοίτησε, ενώ γράφει το πρώτο λυρικό του ποίημα για τη μητέρα του. Έμαθε αγγλικά και γαλλικά μόνος του. Για να ζήσει έκανε ιδιαίτερα μαθήματα και δημοσίευε κείμενα και μεταφράσεις στις εφημερίδες. Τον Ιούλιο του 1872 ακολούθησε το μοναχό Νήφωνα στο Άγιο Όρος, όπου έμεινε μερικούς μήνες, αλλά διαπίστωσε ότι δεν του ταίριαζε το μοναχικό σχήμα. Ωστόσο δεν έλειπε ποτέ από τον κυριακάτικο εκκλησιασμό στον Άγιο Ελισσαίο στο Μοναστηράκι, όπου έψελνε ως δεξιός ψάλτης. Το 1879 δημοσιεύει το μυθιστόρημα η "Μετανάστις" στην εφημερίδα "Νεόλογος". Το 1882 άρχισε να δημοσιεύει το μυθιστόρημά του "Οι έμποροι των Εθνών" στην εφημερίδα "Μη χάνεσαι". Το 1884 άρχισε να δημοσιεύει στην "Ακρόπολη" το μυθιστόρημά του "Γυφτοπούλα", όπου από το 1892 ως το 1897 εργάζεται ως τακτικός συνεργάτης. Από το 1902 ως το 1904 μένει στη Σκιάθο απ' όπου δημοσιεύει τη "Φόνισσα". Το έργο του περιλαμβάνει περίπου 180 διηγήματα και νουβέλες που αναφέρονται στις φτωχές τάξεις της Αθήνας και της Σκιάθου και ελάχιστα ποιήματα θρησκευτικού περιεχομένου. Στις 13 Μαρτίου 1908 γιορτάζεται στον "Παρνασσό" η 25ετηρίδα του στα ελληνικά γράμματα, υπό την προστασία της πριγκίπισσας Μαρίας Βοναπάρτη. Αμέσως μετά επιστρέφει στην πατρίδα του όπου και μένει ως το τέλος της ζωής του. Πεθαίνει το ξημέρωμα της 3ης Ιανουαρίου του 1911 από πνευμονία.

Khodr Georges