Availability: Σε Αποθεμα

Περί έρωτος [επιστολές]

SKU: 9786188278196

12,16

Κατηγορία:

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Κοβάλτιο

Ημερ. Έκδοσης: 01/12/2019

Σειρές: De Natura Hominis

Περιγραφή

Το βιβλίο αυτό δεν συγκεντρώνει τις καλύτερες ερωτικές επιστολές που γράφτηκαν ποτέ· και οι συγγραφείς τους δεν είναι οι σημαντικότερες προσωπικότητες που μίλησαν για τον έρωτα.

Στη ζωή δεν υπάρχει μικρό ή μεγάλο· όλα τα πράγματα έχουν την ίδια αξία και το ίδιο μέγεθος: από τον ταραχώδη ή συμβατικό συζυγικό βίο μέχρι την έλξη κόντρα στους κανόνες· από το σεξουαλικό παραλήρημα μέχρι την απόκρυφη επιθυμία· και από τη σπαρακτική κραυγή του ερωτευμένου που έχασε μέχρι τον νηφάλιο απολογισμό ενός δεσμού που στάθηκε καθοριστικός για την πορεία δύο εραστών.

Στο βιβλίο αυτό συγγραφέας και αναγνώστης κάθε επιστολής μοιράζονται τα καλύτερα στοιχεία από τη ζωή: τον έρωτα και την ειλικρίνεια.

Συγγραφέας: Wilde Oscar, Kierkegaard Søren, Rilke Maria Rainer, Joyce James, Austen Jane, Van Beethoven Ludwig, Pasolini Paolo Pier, Napoléon, Dickinson Emily
Μεταφραστής: Παπαντωνόπουλος Μιχάλης, Οικονόμου Λαμπριάνα
Σειρές: De Natura Hominis
ISBN: 978-618-82781-9-6

Αριθμός Σελίδων : 136

Διαστάσεις : 20 x 13 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Wilde Oscar

Ο Όσκαρ Φίνγκαλ Ο' Φλάερτυ Ουίλς Ουάιλντ γεννήθηκε στο Δουβλίνο το 1854. Σπούδασε στο Trinity College του Δουβλίνου, κι αμέσως έπειτα στην Οξφόρδη. Η πρώτη του ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε το 1881. Aργότερα, μετά το γάμο του με την Κόνστανς Λόυντ (1884), δημοσίευσε μια σειρά από παιδικά παραμύθια. "Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέη" είδε το φως της δημοσιότητας το 1891, αλλά η πρώτη μεγάλη επιτυχία για τον Ουάιλντ έμελλε να προέλθει από το θέατρο, με τη "Βεντάλια της Λαίδης Γουίντερμηρ" (1892). Ακολούθησαν άλλα τρία θεατρικά έργα: "Μια γυναίκα χωρίς σημασία", "Ο ιδανικός σύζυγος" και "Η σημασία του να είσαι τίμιος", ενώ το τέταρτο, "Η Σαλώμη", απαγορεύτηκε στην Αγγλία και δημοσιεύτηκε στη Γαλλία το 1893. Το 1895 καταδικάστηκε σε δύο χρόνια καταναγκαστικά έργα με την κατηγορία της ομοφυλοφιλίας. Από τη θητεία του στη φυλακή γεννήθηκαν τα δύο αριστουργήματά του, "Η μπαλάντα της φυλακής του Ρήντιγκ" και το "De Profundis". Μετά την αποφυλάκισή του το 1897, εγκαταστάθηκε οριστικά στο Παρίσι, ως το θάνατό του το 1900.

Kierkegaard Søren

Ο υπαρξιστής φιλόσοφος Soren Kierkegaard γεννήθηκε στις 5 Μαΐου 1813 στην Κοπεγχάγη. Ήταν το έβδομο παιδί του Michael Pedersen Kierkegaard, ενός εύπορου υφασματέμπορου, και της δεύτερης γυναίκας του, Anne Lund. Το 1830 εγγράφεται στη Θεολογική Σχολή. Εντρυφώντας στην αρχαία ελληνική γραμματεία γοητεύεται από τον Σωκράτη, τον οποίο έχει πλέον ως πρότυπο. Το 1837 γνωρίζει τη Regine Olsen. Ένα χρόνο αργότερα κυκλοφορεί το πρώτο του βιβλίο, μια κριτική σε νουβέλα του Hans Christian Andersen. Οι αλλεπάλληλες οικογενειακές τραγωδίες - η μητέρα του και πέντε από τα έξι αδέλφια του πεθαίνουν από αρρώστιες ή δυστυχήματα - τον ωθούν να αφιερώσει τη ζωή του στο "τι ακριβώς σημαίνει να είσαι χριστιανός στη σημερινή χριστιανοσύνη". Το 1841 ανακοινώνει στη Regine ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν, επειδή "λογοδοτεί σ' ένα ανώτερο δικαστήριο". Υποβάλλει στη Θεολογική Σχολή το διδακτορικό του με θέμα τη σωκρατική ειρωνεία. Το 1843 γράφει με ψευδώνυμο το "Είτε-Είτε", που σηματοδοτεί την αφετηρία του φιλοσοφικού του έργου. Ακολουθούν, με διαφορετικό πάντοτε ψευδώνυμο, τα: "Ημερολόγιο ενός γητευτή" (1842), "Επανάληψη" (1843), "Φόβος και τρόμος" (1843),"Φιλοσοφικά θρύμματα" (1844), "Έννοια της αγωνίας" (1844), "Πρόλογοι" (1844), "Στάδια στην πορεία της ζωής" (1845), "Δεκαοκτώ ευεργετικές ομιλίες 1843-1845" και "Τρεις ομιλίες για φανταστικές περιστάσεις" (1845). Η δεύτερη συγγραφική περίοδος όπου το επίθετο Kierkegaard αντικαθιστά πλέον τα ψευδώνυμα αρχίζει με τις "Ευεργετικές ομιλίες σε διάφορα πνεύματα" (1847). Ακούει για τον Δανό θεολόγο Adler, που καθαιρείται από την Εκκλησία, και γράφει το "Βιβλίο για τον Adler". Το 1847 δημοσιεύει τα "Έργα αγάπης", "αφιερωμένα σ' εκείνον τον ένα που με χαρά και ευγνωμοσύνη ονομάζω αναγνώστη μου". Ολοκληρώνει τις Χριστιανικές ομιλίες, που κυκλοφορούν το 1848, τον "πιο αποδοτικό χρόνο που έχω ζήσει ως συγγραφέας". Γράφει το "Ασθένεια προς θάνατον" (1849), που θεωρεί το πιο σημαντικό θρησκευτικό του έργο και την "Εξάσκηση στο χριστιανισμό" (1850). Το 1851 ακολουθούν τα εξής: "H άποψη για το έργο μου ως συγγραφέα", "Δύο ομιλίες για τη θεία κοινωνία της Παρασκευής" και "H αυτοκριτική που συνιστάται για τη σύγχρονη εποχή". Τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ο Kierkegaard βάλλει κατά του εκκλησιαστικού κατεστημένου μέσα από μια έντονα επικριτική αρθρογραφία στην εφημερίδα "Πατρίς" και στο δεκαπενθήμερο φυλλάδιο "Στιγμή", το οποίο συντάσσει εξ ολοκλήρου. Πεθαίνει στις 11 Νοεμβρίου 1855, στα σαράντα δύο του χρόνια.

Rilke Maria Rainer

Ο Αυστρογερμανός ποιητής Ράινερ Μαρία Ρίλκε (1875-1926) γεννήθηκε στην Πράγα από πατέρα πρώην στρατιωτικό και μητέρα μια κοσμική γυναίκα, από πλούσια οικογένεια βιομηχάνων, κόρη αυτοκρατορικού συμβούλου. Ως παιδί και έφηβος δεν υπήρξε ιδιαίτερα ευτυχισμένος. Η παιδεία του ήταν ανοργάνωτη και αποσπασματική. Αρχικά ακολουθεί στρατιωτική εκπαίδευση, όμως αδυνατεί να προσαρμοστεί και τελικά λόγω εύθραυστης κράσης την εγκαταλείπει. Εισάγεται στην Εμπορική Σχολή του Λίντς, άλλα μετά από έναν χρόνο επιστρέφει στην Πράγα και συγκεντρώνεται στις σπουδές του το 1895 εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου και διδάσκεται λογοτεχνία, ιστορία της τέχνης, φιλοσοφία και για ένα εξάμηνο νομικά. Συνεχίζει τις σπουδές του σε Μόναχο και Βερολίνο. Ταξιδεύει ακατάπαυστα σε όλη την Ευρώπη. Καρπός των επισκέψεων του στη Ρωσία, που θα αποτελέσουν ορόσημο στη ζωή του, είναι το "Ωρολόγιον" (1905). Το 1901 παντρεύεται τη γλύπτρια Κλάρα Βέστχοφ και την ίδια χρονιά γεννιέται η κόρη τους. Εγκαθίσταται στο Παρίσι, το γεωγραφικό και καλλιτεχνικό του επίκεντρο για δώδεκα περίπου χρόνια, όπου συνδέεται στενά με τον Ροντέν και εξελίσσει ένα νέο ύφος ακραίας γλωσσικής και λυρικής εκλέπτυνσης, το όποιο αντανακλάται στα "Νέα Ποιήματα" (1907- 1908) και τις "Αναμνήσεις τον Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε" (1910). Περιέρχεται σε δημιουργική κρίση και βαθύτατη κατάθλιψη έως το 1922, όποτε εν μέσω δημιουργικού παροξυσμού ολοκληρώνει τις "Ελεγείες του Ντουίνο" (1923), που συνέλαβε σε μια στιγμή διαύγειας το 1912 στην Ιταλία, ενώ συνθέτει σε διάστημα λίγων μόλις ημερών τα "Σονέτα στον Ορφέα" (1923), εμπνευσμένα από τον θάνατο ενός νεαρού κοριτσιού· τα δύο αυτά έργα θα θεωρηθούν τα ποιητικά του αριστουργήματα και θα του χαρίσουν διεθνή φήμη. Ο Ρίλκε έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Μυζό, κοντά στη λίμνη της Γενεύης, στην κοιλάδα του Ροδανού, και πέθανε στις 29 Δεκεμβρίου του 1926 στο σανατόριο του Βαλμόν στην Ελβετία από λευχαιμία. Σύμφωνα με τον θρύλο ο Ρίλκε ασθένησε όταν αγκυλώθηκε από το αγκάθι ενός ρόδου καθώς φρόντιζε τον κήπο του.

Joyce James

Ο James Augustine Aloysious Joyce (1882-1941) γεννήθηκε στις 2 Φλεβάρη σε προάστειο του Δουβλίνου, από τυπική Ιρλανδική οικογένεια, μεγαλύτερος από τα 10 τους παιδιά. Ο πατέρας, John Stanislaus Joyce, φανατικός αντικληρικός και φιλελεύθερος, ενώ η μητέρα φανατικά καθολική. Στα παιδικά χρόνια του, η οικογένειά του ήταν εύπορη αλλά το 1891, εξαιτίας κακών οικονομικών χειρισμών και με τον αλκοολισμό του πατέρα, οδηγήθηκε στη πτώχευση. Η οικογένεια πουλά σιγά-σιγά τη περιουσία της. Περνούνε περίοδο μεγάλης ανέχειας. Σε 10 χρόνια μετακομίζουνε 12 φορές. Ο πατέρας αλκοολικός χρωστούσε παντού. Πρώτες σπουδές το 1888 στο κολέγιο Clongowes Wood, όμως αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει είτε λόγω ασθένειας, είτε λόγω αδυναμίας πληρωμής διδάκτρων. Για σύντομο διάστημα πήρε μαθήματα κατ' οίκον αλλά και στη σχολή Christian Brothers (Χριστιανοί Αδελφοί) μέχρι που του προσφέρθηκε θέση στο κολέγιο Belvedere, διευθυνόμενο από Ιησουίτες. Η παραδοσιακή πειθαρχία των καθολικών θα γίνει η πρώτη εξορία κι ο λαβύρινθός του. Σε μιαν εφηβική κρίση μάλιστα κόντεψε να γίνει ιερέας. Παρά το θρησκευτικό περιβάλλον όμως, που μέσα του σπούδασε, στα 16 του αρνήθηκε τον καθολικισμό. "Θα με σώσει μια πόρνη κι η ποίηση", θα πει αργότερα. Το 1898, γράφτηκε στο University College Dublin και σπούδασε κυρίως αγγλικά, γαλλικά κι ιταλικά ενώ παράλληλα δραστηριοποιήθηκε στους θεατρικούς και λογοτεχνικούς κύκλους της πόλης. Το 1900 δημοσιεύτηκε πρώτη φορά κείμενο του, στην εφημερίδα "Fortni" κι αφορούσε κριτική μελέτη στη θεατρική δραματουργία του Ίψεν -δέχτηκε αργότερα ευχαριστήρια επιστολή από τον ίδιο τον Νορβηγό συγγραφέα. Ακολούθησαν αρκετές δημοσιεύσεις κριτικών του. Θεωρείται επίσης πως ολοκλήρωσε τουλάχιστον 2 θεατρικά έργα, που όμως δεν έχουν διασωθεί. Μετά την αποφοίτησή του το 1903 αποφάσισε να φοιτήσει στην Ιατρική Σχολή Δουβλίνου, αλλά ταξίδεψε στο Παρίσι και σύντομα εγκατέλειψε τις ιατρικές σπουδές. Από 11/11/1902-19/11/1903 δημοσιευτήκανε συνολικά 23 βιβλιοκριτικές του. Τον Απρίλη του 1903 επέστρεψε στο Δουβλίνο καθώς έμαθε πως η μητέρα του έπασχε από καρκίνο. Προσπάθησε να τον πείσει, έστω την ύστατη στιγμή της, ν' ασπαστεί τον καθολικισμό, μα κείνος αρνήθηκε να γονατίσει και να προσευχηθεί για τη σωτηρία της, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Άρχισε να πίνει κι η κατάσταση ήτανε πολύ άσχημη κι όταν η μητέρα πέθανε στις 13 Αυγούστου, καθώς εκείνος συνέχισε το ποτό κι έφερε βαριά την άρνησή του στη θέλησή της, γεγονός που τον επηρέασε βαθιά. Την επόμενη χρονιά κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο του Feis Ceoil, τραγουδώντας, καθώς ήτανε και θαυμάσιος τενόρος. Το Γενάρη του 1904 ολοκλήρωσε το "Πορτρέτο Του Καλλιτέχνη" (A Portrait Οf Τhe Artist), η δημοσίευσή του όμως, απορρίφθηκε από το περιοδικό Dana. Παράλληλα ξεκίνησε τη συγγραφή του μυθιστορήματος "Στέφεν ο Ήρωας" (Stephen Hero), έργο που έμεινε ημιτελές. Την ίδια χρονιά, στις 6 Ιουνίου, (η μέρα bloomsday), καταγράφεται η πρώτη γνωριμία του με τη Νόρα Μπάρνακλ (Nora Barnacle), καμαριέρα σε ξενοδοχείο, που την ερωτεύτηκε και μαζί της αργότερα, τον Οκτώβρη, εγκατέλειψε την Ιρλανδία. Αρχικά εγκατασταθήκανε στη Ζυρίχη κι έπειτα στη Τεργέστη, που εργάστηκε σα δάσκαλος στη σχολή Berlitz. Στις 27 Ιουλίου 1905, αποκτήσανε τον πρώτο τους γιο, Giorgio -συνολικά στα 36 χρόνια κοινής τους ζωής, αποκτήσανε 2 παιδιά. Στη Τεργέστη, παρέμεινε για τα επόμενα 15 περίπου χρόνια, με διακοπή 1 έτους, όταν τον Ιούλιο του 1906, εγκατασταθήκανε στη Ρώμη, που εργάστηκε σα τραπεζικός υπάλληλος. Επισκεπτόταν αραιά και που το Δουβλίνο, ενώ το 1909 προσπάθησε για σύντομο χρονικό διάστημα, σε συνεργασία μ' άλλους επιχειρηματίες να λειτουργήσει κινηματογράφους στην Ιρλανδία. Σύντομα εγκατέλειψε το εγχείρημα κι επέστρεψε στη Τεργέστη αφού όμως προηγουμένως είχε υπογράψει συμβόλαιο με τον εκδοτικό οίκο "Maunsel & Co"., για την έκδοση της συλλογής διηγημάτων "Δουβλινέζοι". Τελικά όμως το έργο αυτό τυπώθηκε το 1914 από τον οίκο Grant Richards. Την ίδια χρονιά δημοσιεύτηκε σε συνέχειες και το "Πορτρέτο του Καλλιτέχνη", στο περιοδικό "Egoist", ενώ η έκδοση του βιβλίου έγινε το 1916 στη Νέα Υόρκη και το 1917 στο Λονδίνο. Το 1914 ξεκίνησε τη συγγραφή του σημαντικότερου βιβλίου του, του "Οδυσσέα". Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου έζησε στη Ζυρίχη, ενώ μετά τη λήξη του, μετακόμισε στο Παρίσι, έπειτα από πρόσκληση του ποιητή Έζρα Πάουντ και παρέμεινε για τα επόμενα 20 περίπου χρόνια. Το 1922 εκδόθηκε ο "Οδυσσέας" ενώ την ίδια περίοδο ξεκινά πρώτη επεξεργασία στο "Ξύπνημα του Φίνεγκαν" (Finnegan's Wake), που αποσπάσματά του δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό "Transatlantic Review" πρώτη φορά το 1924. Η τελική έκδοση του έργου χρονολογείται το 1939, χάρη στις προσπάθειες των Maria & Eugene Jolas, που τον ενθαρρύνανε σχετικά με την ολοκλήρωση του έργου και παρά τις απογοητεύσεις του ιδίου, εξαιτίας της αρχικής υποδοχής του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν άνετα οικονομικά. Στις 4 Ιουλίου 1931 μετά από 27 χρόνια κοινή ζωής ο James κι η Nora παντρεύονται. Το 1932 πεθαίνει ο πατέρας του και την ίδια χρονιά γίνεται παππούς. Στις 14 Δεκέμβρη 1940, ο Τζόυς κι η οικογένεια του εγκαταλείψανε το Παρίσι για τη Ζυρίχη. Ένα μήνα μετά στις 13 Γενάρη 1941 πέθανε πρόωρα, σ' ηλικία 58 ετών, από πολύ προχωρημένο έλκος και θάφτηκε στο εκεί νεκροταφείο.

Austen Jane

Η Τζέιν Ώστεν γεννήθηκε το 1775 στο Στίβεντον του Χαμσάιρ, και ήταν η έβδομη από τα οχτώ παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας της, ο αιδεσιμότατος Τζορτζ Ώστιν, ήταν πολυμαθής και καλλιεργημένος, και η Τζέιν μορφώθηκε κυρίως στο σπίτι. Διάβαζε ασταμάτητα από παιδί, ιδιαίτερα τα έργα του Φίλντινγκ, του Στερν, του Ρίτσαρντσον και του Σκοτ. Άρχισε να γράφει από πολύ μικρή ηλικία. 'Εγραψε το "Αγάπη και φιλία" όταν ήταν μόλις δεκατεσσάρων ετών. Ακολούθησε η "Ιστορία της Αγγλίας" στα δεκάξι και το "Μια συλλογή επιστολών" στα δεκαεπτά. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, το 1805, αυτή και η μητέρα της μετακόμισαν στο Σαουθάμπτον, για να εγκατασταθούν τελικά στο Τσότον του Χαμσάιρ το 1809, όπου και έγραψε τα μεγαλύτερα μυθιστορήματά της. Αν και η ίδια έζησε μια πολύ ήσυχη ζωή -δεν παντρεύτηκε ποτέ και σπάνια έβγαινε από το σπίτι- τα έργα της δείχνουν την εκπληκτική της παρατηρητικότητα. Μόνο τέσσερα μυθιστορήματα εκδόθηκαν όσο ζούσε "Λογική και ευαισθησία" (1811), "Περηφάνια και προκατάληψη" (1813), "Μάνσφιλντ Παρκ" (1814) και "Έμμα" (1816) -και όλα εκδόθηκαν ανώνυμα. Σε μια σπάνια έξοδό της από το σπίτι αρρώστησε και πέθανε από τη νόσο του Άντισον το 1817. Δύο ακόμη μυθιστορήματα, το "Πειθώ" και το "Νορθάνγκερ Άμπει" εκδόθηκαν μετά το θάνατό της, το 1818. Το "Σάντιτον", το μυθιστόρημα που έγραφε όταν πέθανε, εκδόθηκε το 1925.

Van Beethoven Ludwig

Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν γεννήθηκε στη Βόννη στις 17 Δεκεμβρίου του 1770 και πέθανε στη Βιέννη στις 26 Μαρτίου του 1827. Αποτέλεσε μία από τις κεντρικότερες μορφές της κλασικής μουσικής και συγκαταλέγεται σήμερα ανάμεσα στους ευρύτερα αποδεκτούς συνθέτες όλων των μουσικών περιόδων και τους πλέον γνωστούς όλων των εποχών. Ο Μπετόβεν αν και ανήκει περισσότερο στην κλασική περίοδο, συνδέθηκε με το κίνημα του ρομαντισμού που ακολούθησε και τα τελευταία του έργα διακρίνονται από έντονα ρομαντικά στοιχεία. Οι συμφωνίες και τα κοντσέρτα για πιάνο που συνέθεσε αποτελούν τα πιο δημοφιλή έργα του. Από πολλούς αναγνωρίζεται ως μια από τις μουσικές ιδιοφυίες, παράδειγμα και μέτρο σύγκρισης για όλους τους μεταγενέστερους συνθέτες.

Pasolini Paolo Pier

Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι γεννήθηκε στην Μπολόνια το 1922. Έζησε τα παιδικά του χρόνια σε διάφορες ιταλικές πόλεις (Μπολόνια, Πάρμα, Μπελούνο, Κρεμόνα, Ρέτζιο Εμίλια), και σπούδασε Ιστορία της Τέχνης και Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια. Το 1943 κατέφυγε στην Καζάρσα, το χωριό της μητέρας του στην επαρχία του Φριούλι, όπου άρχισε να εργάζεται ως καθηγητής. Στην Καζάρσα αρχίζει να γράφει τα πρώτα του ποιήματα (θα κυκλοφορήσουν το 1954 στον τόμο "Η καλύτερη νιότη") και προσχωρεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Το 1949 κατηγορείται για αποπλάνηση ανηλίκου. Αν και η κατηγορία θα θεωρηθεί ανυπόστατη, το γεγονός θα του στοιχίσει την αποπομπή του τόσο από το σχολείο όσο και από το Ι.Κ.Κ. Την ίδια χρονιά εγκαθίσταται, μαζί με τη μητέρα του, στη Ρώμη. Οι λαϊκές συνοικίες της περιφέρειας της Ρώμης θα του εμπνεύσουν τα δύο πρώτα του μυθιστορήματα, "Τα παιδιά της ζωής" (1955) και το "Μια βίαιη ζωή" (1959). Παράλληλα εκδίδει τις ποιητικές συλλογές "Οι στάχτες του Γκράμσι"(1957), "Το αηδόνι της καθολικής εκκλησίας" (1958) και "Η θρησκεία του καιρού μας" (1961). Διευθύνει την επιθεώρηση Nuovi argomenti με τον Αλμπέρτο Μοράβια, ο οποίος τον θεωρεί, ήδη από το τέλος της δεκαετίας του '50, ως τον σημαντικότερο Ιταλό ποιητή της γενιάς του. Την ίδια εποχή αρχίζει να ασχολείται με τον κινηματογράφο ως σεναριογράφος και συνεργάζεται με τον Μπολονίνι, τον Μπερτολούτσι και τον Ρόσσι. Το 1961 σκηνοθετεί την πρώτη του ταινία, το "Ακατόνε". Ακολουθούν οι ταινίες "Μάμα Ρόμα" (1962), "Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο" (1964), "Οιδίπους Τύραννος" (1967), "Θεώρημα" (1969),"Χοιροστάσιο" (1969), "Μήδεια" (1970), καθώς και η λεγόμενη "τριλογία της ζωής" με το "Δεκαήμερο" (1971), "Οι ιστορίες του Καντέρμπουρυ" (1972) και " Χίλιες και μια νύχτες" (1974). Τελευταία του ταινία το "Σαλό ή 120 μέρες στα Σόδομα" (1975). Από τους σημαντικότερους διανοούμενους της εποχής του, ο Παζολίνι άλλοτε με τις ταινίες του, άλλοτε με τα βιβλία του και άλλοτε με τα άρθρα του προκαλούσε σκάνδαλο με τις αντισυμβατικές, επαναστατικές απόψεις του. Δολοφονήθηκε το 1975 από έναν εκπορνευόμενο νεαρό στην Όστια, έξω από τη Ρώμη.

Napoléon

Dickinson Emily

Η Emily Dickinson γενήθηκε το 1830 στο Amherst της Μασσαχουσέτης. Εκτός από λίγες, σύντομες παραμονές στην Βοστώνη, στην Ουάσινγκτον, όταν ο πατέρας της ήταν στο Κογκρέσσο, και στην Φιλαδέλφεια, όπου το 1854 γνώρισε τον πάστορα Charles Wadsworth, τον "ανέφικτο" έρωτα που αναστάτωσε τη ζωή της, δεν άφησε ποτέ το πατρικό της σπίτι, βυθισμένη μέσα στον κόσμο της ποίησής της. Πεθαίνοντας το 1886 άφησε πίσω της ένα μοναδικό ποιητικό έργο, από το οποίο, όσο ζούσε, ένα μικρό μόνο κομμάτι ήταν γνωστό στο στενό της κύκλο. Η πρώτη σειρά των ποιημάτων της εκδόθηκε το 1890.