Availability: Εξαντλημένο

A Greek Quintet

Poems

SKU: 9789607120014

9,91

Εξαντλημένο

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Denise Harvey

Ημερ. Έκδοσης: 01/01/2000

Σειρές: The Romiosyni Series

Περιγραφή

During this century the Greek world has produced a wealth of poetry that is as astonishing in its scope as it is in its vigour; and this anthology brings together a selection from the works of the five poets who may be said to take pride οf place in substantiating this achievement. Two of them (George Seferis and Odysseus Elytis) are Nobel Laureates, Cavafy is certainly one of the most ubiquitous poets of our times, the oracular grandeur of Angelos Sikelianos companions him with W. Β. Yeats, while Nikos Gatsos, less known outside Greece, is a fine lyrical poet and song writer .
The poems in this selection are for the most part taken from the translators’ more ample volumes of translations of Greek poetry, namely, their George Seferis: Collected poems, of which Peter Levi wrote,I doubt if we shall ever see translations as wonderfully full of Seferis as these; their C. Ρ. Cavafy: Collected poems, described by Stephen Spender as a prayer fulfilled; their Angelos Sikelianos: Selected poems, and their Odysseus Elytis: Selected poems. They have been chosen as those that translate most successfully intο English and at the same time are representative of the best work of the original poets.
The arrival of Edmund Keeley and Philip Sherrard οn the modern Greek translation scene marks quite a definite and definative stage of a process; the excellence of their work is really worthy of recognition … (Lawrence Durrell, The New York Times Book Review).

Συγγραφέας: Καβάφης Π. Κωνσταντίνος, Σικελιανός Άγγελος, Σεφέρης Γιώργος, Ελύτης Οδυσσέας, Γκάτσος Νίκος
Μεταφραστής: Keeley Edmund, Sherrard Philip
Ανθολόγος: Keeley Edmund, Sherrard Philip
Σειρές: The Romiosyni Series
ISBN: 978-960-7120-01-4

Πρώτη Έκδοση : 01/01/2000

Αριθμός Σελίδων : 204

Διαστάσεις : 21 x 14 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Τόπος Έκδοσης : Λίμνη Ευβοίας

Καβάφης Π. Κωνσταντίνος

Γεννήθηκε το 1863 και πέθανε το 1933, την ημέρα των γενεθλίων του (29 Aπριλίου), στην Aλεξάνδρεια της Aιγύπτου. Στην ίδια αυτή πόλη έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του -εκτός από μια παιδική εξαετία στην Aγγλία, μιαν εφηβική υπερδιετία στην Kωνσταντινούπολη, και λιγοστά ταξίδια μεταγενέστερα, από τα οποία τα σπουδαιότερα, αλλά ολιγοήμερα, έγιναν με προορισμό την Aθήνα: το τελευταίο τους σχετίζεται με την περιπέτεια της υγείας, που τελικά οδήγησε τον Kαβάφη στον τάφο. Γόνος οικογένειας μεγαλεμπόρων που ξέπεσε, ο Kαβάφης ζήτησε στα νιάτα του να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία και "να μπει στα πολιτικά", "μα τα παραίτησεν" για να να προσληφθεί τελικά, στα 29 του χρόνια, και να υπηρετήσει επί μια 30ετία (μέχρι το 1922) ως έμμισθος υπάλληλος "εις ένα κυβερνητικόν γραφείον εξαρτώμενον από το Yπουργείον των Δημοσίων Έργων της Aιγύπτου", όπως ο ίδιος προσδιόρισε τη βιοποριστική του εργασία σ' ένα σύντομο αυτοβιογραφικό σημείωμά του. Eξωτερικά τουλάχιστον, η ζωή του Kαβάφη κύλησε μοναχική, "τακτοποιημένη και πεζή", και "θεαματικά και φοβερά" δεν είχε. Aξιομνημόνευτες ίσως είναι μερικές ιδιορρυθμίες της ζωής του, όπως ότι ποτέ δεν έβαλε το ηλεκτρικό ρεύμα στο σπίτι του, και φώτιζε με τα θρυλικά κεριά· ή ότι άφησε πεθαίνοντας μικρή αλλά όχι ασήμαντη περιουσία, καθώς και ένα συναφές μνημόνιο για τις χρηματιστηριακές δραστηριότητες -κυρίως όμως ένα ποιητικό Aρχείο τακτοποιημένο με τη φροντίδα άριστου υπαλλήλου, έτοιμο να δεχθεί τους μελετητές του έργου του. Tέλος είναι πασίγνωστη η ερωτική του ιδιαιτερότητα: τον υποπτεύονταν (κι άλλοι πάλι είσαν ή είναι βέβαιοι) για την ομοφυλοφιλία του, ενώ ο K.Θ. Δημαράς έγραψε για την "μονήρη ικανοποίηση". Δεν πρέπει ωστόσο να παραλειφθεί και μια άλλη φημολογία, κατά την οποία ο Aλέκος Σεγκόπουλος, θαυμαστής της ποίησης και βασικός κληρονόμος της διαθήκης, υπήρξε γιος του Kαβάφη. Aν κάτι εντυπωσιάζει στη ζωή του, είναι ότι αφοσιώθηκε απόλυτα στο έργο του. Tην ίδια εκείνην αφοσίωση υποδηλώνει και η εκδοτική ιδιοτυπία του: μολονότι δημοσίευε τακτικά, ποτέ ο Kαβάφης δεν εξέδωσε δικό του βιβλίο, παρά τύπωνε τα ποιήματά του σε μονόφυλλα που τα συνένωνε, και στη συνέχεια εκείνες τις αυτοσχέδιες "συλλογές" (άλλες χρονολογικές, άλλες με θεματική σειρά των ποιημάτων) τις ενεχείριζε στους γνωστούς και φίλους ή τις έστελνε στους ενδιαφερόμενους που ζητούσαν να γνωρίσουν το έργο του. Tα 154 ποιήματα, το επίσημο ποιητικό σώμα, τυπώθηκε πρώτη φορά το 1935 στην Aλεξάνδρεια, σε πολυτελή έκδοση που την φρόντισαν οι κληρονόμοι του Kαβάφη. Tο έργο αποκαταστάθηκε φιλολογικά με τη γνωστή δίτομη έκδοση του "Ίκαρου" που επιμελήθηκε ο Γ.Π. Σαββίδης το 1963. Στο ελλαδικό αναγνωστικό κοινό ο Kαβάφης έγινε γνωστός με το ιστορικό άρθρο του Γρ. Ξενόπουλου στο περιοδικό "Παναθήναια" (1903), ενώ στο αγγλόφωνο κοινό τον πρωτοσύστησε (1919) ο Άγγλος μυθιστοριογράφος και φίλος του, E. M. Φόρστερ. Aπό τότε μέχρι σήμερα συντελέσθηκε η πανελλήνια και παγκόσμια, πλέον, αναγνώριση του έργου του, που έχει μεταφραστεί σε πολλές σύγχρονες φιλολογίες. Έμπρακτη εξάλλου αναγνώριση αποτελεί και το ότι ο μεγάλος ομότεχνός του, ο Mπέρτολντ Mπρεχτ, έγραψε και δημοσίευσε στα 1953 ένα ποίημα που ολοφάνερη πηγή του έχει τους καβαφικούς "Tρώες". (Πηγή: "K.Π. Kαβάφης: επίσημος, κρυμμένος και ατελής", "Eρμής",1995)

Σικελιανός Άγγελος

Άγγελος Σικελιανός (1884-1951). Ο Άγγελος Σικελιανός γεννήθηκε στη Λευκάδα, γιος του Ιωάννη Σικελιανού και της Χαρίκλειας το γένος Στεφανίση. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε κοντά στον πατέρα του. Στη Λευκάδα ολοκλήρωσε το Δημοτικό σχολείο, το Ελληνικό Σχολείο και το Γυμνάσιο. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας του άρχισε η πρώτη ενασχόλησή του με την ποίηση. Το 1901 έφυγε για την Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Στην Αθήνα ήρθε σ' επαφή με τη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου όπου δούλεψε ως ηθοποιός. Το 1902 πραγματοποίησε τις πρώτες δημοσιεύσεις ποιημάτων του σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής, ανάμεσά τους ο Διόνυσος και τα Παναθήναια, ενώ ένα χρόνο αργότερα συνεργάστηκε με το Νουμά. Το 1904 ξεκίνησε την πορεία του προς μια πιο μεγαλόπνοη ποιητική γραφή μέσα από τις σελίδες του Ακρίτα και ένα χρόνο αργότερα έφυγε για τη Λιβύη, όπου έγραψε τον "Αλαφροΐσκιωτο", που εκδόθηκε το 1909 γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Το 1906 επέστρεψε στη Λευκάδα. Τότε άρχισε η συμβίωσή του με την Εύα Πάλμερ, την οποία είχε γνωρίσει το 1905 στο σπίτι της αδερφής του Πηνελόπης και παντρεύτηκε το 1907 στην Αμερική. Μετά το γάμο το ζευγάρι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γνωρίστηκε με τους φιλολογικούς κύκλους. Τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε ο γιος τους Γλαύκος. Το 1910 ο Σικελιανός πήρε μέρος στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου και τον επόμενο χρόνο δημοσίευσε το Δελφικό Ύμνο και έφυγε με τη σύζυγό του για το Παρίσι όπου παρακολούθησαν παράσταση αρχαίου δράματος από το ζεύγος Ντόνκαν. Τον ίδιο χρόνο πέθανε ο πατέρας του. Στις αρχές του 1912 επισκέφτηκε ξανά το Παρίσι. Τον ίδιο χρόνο στρατεύτηκε στους Βαλκανικούς πολέμους. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα το 1913 εξακολούθησε να δημοσιεύει ποιήματα στο Νουμά ως το Νοέμβριο του 1914, οπότε γνωρίστηκε με το Νίκο Καζαντζάκη, με τον οποίο συνδέθηκε με βαθιά φιλία, και αναχώρησε μαζί του για το Άγιο Όρος και για μια περιήγηση ανά την Ελλάδα. Μαζί με τον Καζαντζάκη τέθηκαν το 1915 με το μέρος του Βενιζέλου κατά τη ρήξη του έλληνα πολιτικού με το Παλάτι. Το 1917 πέθανε η αδερφή του Πηνελόπη. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου επισκέφτηκε την Πραστοβά της Μάνης μαζί με τον Καζαντζάκη και το 1919 την Ολυμπία και την Επίδαυρο. Το 1920 έμεινε με τη σύζυγό του στη Συκιά Κορινθίας και το 1921 έφυγε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Επέστρεψε στη Συκιά και την ίδια χρονιά στράφηκε προς μια ολοκληρωμένη σύλληψη της Δελφικής Ιδέας, υπό την επίδραση της Μικρασιατικής Εκστρατείας, των επιπτώσεων του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και της έκρηξης της Ρωσικής Επανάστασης. Το καλοκαίρι του 1922 έφυγε για την Αγόριανη, όπου μελέτησε την πρακτική εφαρμογή της Δελφικής Ιδέας και πληροφορήθηκε τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τον επόμενο χρόνο έδωσε είκοσι διαλέξεις στη Νομική Σχολή με θέμα τη έκφραση της ιδέας της παγκόσμιας ειρήνης και αδελφοσύνης ανά τους αιώνες. Το 1924 εγκαταστάθηκε με τη σύζυγό του στους Δελφούς όπου συνέχισαν την προεργασία για την υλοποίηση της Δελφικής Ιδέας. Στους Δελφούς τάφηκε η μητέρα του που πέθανε ένα χρόνο αργότερα. Ο Σικελιανός είχε νωρίτερα προσκαλέσει διανοούμενους από όλο τον κόσμο στο μελλοντικό Διεθνές Κέντρο των Δελφών. Τον Ιούνιο απήγγειλε την Ωδή στο Βαλαωρίτη κατά τη διάρκεια του εορτασμού των εκατό χρόνων από τη γέννηση του ποιητή στη Λευκάδα. Το Μάιο του 1927 εγκαινιάστηκαν οι Δελφικές γιορτές που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα και είχαν απήχηση στο εξωτερικό. Δυο χρόνια αργότερα στην Ιόνιο Ανθολογία δημοσιεύτηκε άρθρο που πρότεινε το Σικελιανό για το βραβείο Νόμπελ και η Ακαδημία Αθηνών τίμησε το ζεύγος Σικελιανού για την αναβίωση των Δελφικών Εορτών. Το 1930 πραγματοποιήθηκαν οι δεύτερες Δελφικές Εορτές με την παρουσία πολιτικών παραγόντων και εξίσου μεγάλη επιτυχία με τις πρώτες. Κατά τη διάρκεια των δύο επόμενων χρόνων ιδρύθηκε η Δελφική Ένωση με κρατική μέριμνα, ο Σικελιανός προσκλήθηκε στο Παρίσι όπου γνωρίστηκε με τον Πωλ Γκονκούρ και τον Πωλ Βαλερύ και επιστρέφοντας στην Ελλάδα εξέδωσε μια εκπαιδευτική διακήρυξη για τη Δελφική Ένωση και το βιβλίο Δελφική Ιδέα· Ένα προανάκρουσμα. Το 1933 πραγματοποιήθηκαν δυο παραστάσεις της τραγωδίας του Σικελιανού Ο Διθύραμβος του Ρόδου σε σκηνοθεσία δική του με τη συνεργασία της Εύας. Τον επόμενο χρόνο έγιναν κάποιες κρατικές προσπάθειες για την ίδρυση του Δελφικού Κέντρου, οι οποίες όμως δεν ολοκληρώθηκαν. Στο Παρίσι ο Λουί Ρουσσέλ πρόβαλε το όνομα του Σικελιανού με μια σειρά άρθρων στο περιοδικό Libre. Το 1936 ο Σικελιανός εξέδωσε με διακήρυξη για την οργάνωση των Δελφικών Εορτών και του Δελφικού πνευματικού κέντρου. Το 1938 γνωρίστηκε με την Άννα Καραμάνη την οποία παντρεύτηκε στην Ελευσίνα το 1940. Τον ίδιο χρόνο έγραψε τη "Σίβυλλα". Με τη δεύτερη γυναίκα του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ταξίδεψε στην Αίγινα. Το 1943 απήγγειλε το ποίημα "Ηχήστε οι σάλπιγγες" κατά τη διάρκεια της κηδείας του Κωστή Παλαμά. Το 1944 άρχισε να έχει προβλήματα υγείας. Το 1946 προτάθηκε δυο φορές από την Εταιρεία Ελλήνων λογοτεχνών για το βραβείο Νόμπελ, τη δεύτερη από κοινού με τον Καζαντζάκη, και μαζί με τον τελευταίο προσφώνησαν τον Πωλ Ελυάρ στην τιμητική υποδοχή του στην Αθήνα. Το 1947 εκλέχτηκε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και προτάθηκε ξανά - αυτή τη φορά από ομάδα ευρωπαίων συγγραφέων - για το βραβείο Νόμπελ. Το 1950 έπαθε εγκεφαλική συμφόρηση και πέθανε το 1951. Το λογοτεχνικό έργο του Σικελιανού υπηρέτησε τη μεγαλόπνοη κοσμοθεωρία του για το ρόλο του ποιητή ως θιασώτη και ιεραπόστολου μιας θρησκευτικής ιδεολογίας, η οποία ενσωματώνοντας την παράδοση της πορείας του κόσμου μέσα στους αιώνες οραματίζεται την επανασύνδεση του ανθρώπου με τον αρχετυπικό Μύθο της ενιαίας ψυχοσωματικής υπόστασης. Στο θεωρητικό αυτό στοχασμό ο Σικελιανός υπέταξε τα εκφραστικά του μέσα. Υιοθέτησε μια προ- και αντι- λογική έκφραση τόσο στην ποίηση, όσο και στις τραγωδίες του και αφομοίωσε ποικίλες πνευματικές επιδράσεις. Στα κείμενά του συνυπάρχουν στοιχεία που παραπέμπουν στα ρεύματα του ρομαντισμού, του αισθητισμού, του συμβολισμού αλλά και στους αρχαίους έλληνες ορφικούς και προσωκρατικούς φιλοσόφους. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Άγγελου Σικελιανού βλ. Anton John P., «Σικελιανός Άγγελος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9α΄. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Τετράδια Ευθύνης 11. Αθήνα, 1980. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).

Σεφέρης Γιώργος

Ο Γιώργος Σεφέρης (πραγματικό όνομα Γιώργος Σεφεριάδης, 1900-1971) γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου ή στις 13 Μαρτίου του 1900 στην Σμύρνη της Μικράς Ασίας και ήταν γιος του Στυλιανού και της Δέσπως Σεφεριάδη (το γένος Τενεκίδη). Ο Στυλιανός Σεφεριάδης υπήρξε διακεκριμένος ακαδημαϊκός και καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, συγγραφέας (με πλουσιότατο επιστημονικό έργο) και διπλωμάτης. Την αγάπη του για τη λογοτεχνία θα την μεταδώσει και στα τρία του παιδιά, Γιώργο, Άγγελο και Ιωάννα (μετέπειτα σύζυγο του Κωνσταντίνου Τσάτσου), τα οποία και θα ασχοληθούν με αυτήν. Το 1914, με την αρχή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η οικογένεια Σεφεριάδη μετακομίζει στην Αθήνα όπου ο Σεφέρης τελειώνει το Γυμνάσιο το 1917. Κατόπιν θα μεταβεί στο Παρίσι όπου και θα σπουδάσει Νομικά ως το 1924. Ήδη όμως από το 1918 θα εκδηλωθεί η αγάπη του για την ποίηση και θα αρχίσει να γράφει στίχους. Στα χρόνια των σπουδών του, όντας στο εξωτερικό, έχει την ευκαιρία να έρθει σε άμεση επαφή με τα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής. Στο Παρίσι θα τον βρει και η Μικρασιατική Καταστροφή, η οποία θα τον επηρεάσει βαθύτατα και θα παραμείνει χαραγμένη στη μνήμη του. Το 1926 ο Γιώργος Σεφέρης θα αρχίσει την διπλωματική του σταδιοδρομία, διοριζόμενος στο Υπουργείο Εξωτερικών ως ακόλουθος. Μέχρι το 1962 που συνταξιοδοτείται θα υπηρετήσει ως υποπρόξενος και πρόξενος στο Λονδίνο (1931-1934), στην Κορυτσά της Αλβανίας (1936-1938), ως σύμβουλος τύπου στο Υπουργείο Εξωτερικών. Μετά την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου θα ακολουθήσει την ελληνική Κυβέρνηση στην Κρήτη, την Αίγυπτο, την Νότια Αφρική και την νότια Ιταλία, και μετά την απελευθέρωση στην Αθήνα όπου και μένει μέχρι το 1948. Κατόπιν διορίζεται σύμβουλος στις ελληνικές πρεσβείες στην Άγκυρα και το Λονδίνο, αργότερα πρέσβης στο Λίβανο, τη Συρία, την Ιορδανία και το Ιράκ, και τελικά στο Λονδίνο (1957-1962). Το 1963 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αφότου αποσύρεται από τη διπλωματική του σταδιοδρομία, αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στο λογοτεχνικό του έργο, μέχρι το θάνατό του, το 1971. Η κηδεία του, εν μέσω της δικτατορίας και κατόπιν της Δήλωσής του το 1969, προσέλαβε τον χαρακτήρα εκδήλωσης εναντίον του καθεστώτος των συνταγματαρχών. Το πρώτο έργο του Γιώργου Σεφέρη είναι η συλλογή "Στροφή" που δημοσιεύτηκε το 1931. Η συλλογή του αυτή δημιούργησε ποικίλες αντιδράσεις, καθώς έφερνε έναν αέρα ανανέωσης στην ελληνική ποίηση. Ακολούθησαν η "Στέρνα" (1932) και το "Μυθιστόρημα" (1935). Ένα χρόνο μετά γράφει την "Γυμνοπαιδία", και το 1938 απαντώντας στο δοκίμιο του Κωνσταντίνου Τσάτσου δημοσιεύει το "Διάλογος πάνω στην ποίηση". Το 1940 δημοσιεύονται το "Τετράδιο Γυμνασμάτων 1928-1937", και το "Ημερολόγιο Καταστρώματος Α΄" τα οποία περιέχουν σημαντικά ποιήματα, όπως τα ποιήματα "του κ. Στράτη θαλασσινού" και "Ο Βασιλιάς της Ασίνης" καθώς επίσης και μία συλλογή των ως τότε δημοσιευμένων έργων του με τίτλο "Ποιήματα". Το 1944 δημοσιεύεται το "Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄" το οποίο γράφτηκε στην Αίγυπτο και την Νότια Αφρική, όπου ο Σεφέρης ακολούθησε την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Το "Ημερολόγιο Καταστρώματος Β΄" ακολουθούν η τριμερής "Κίχλη", (1947) που από πολλούς θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα έργα του Γιώργου Σεφέρη, και η συλλογή "..Κύπρον, ου μ' εθέσπισεν" η οποία κυκλοφόρησε το 1955, εν μέσω του Κυπριακού Αγώνα, και αργότερα μετονομάστηκε σε "Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄". Το 1950 δημοσιεύτηκε η συλλογή "Ποιήματα 1924-1946", που είναι μια εμπλουτισμένη έκδοση της πρώτης συλλογής των έργων του ("Ποιήματα Ι"). Η τελευταία συλλογή που τύπωσε ο Γιώργος Σεφέρης όσο ζούσε και η οποία δημοσιεύτηκε 11 χρόνια μετά το "Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄" είναι τα "Τρία Κρυφά Ποιήματα" (1966). Το κύκνειο άσμα του ποιητή είναι το "Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄", το οποίο εκδόθηκε το 1976, με επιμέλεια του Γ.Π. Σαββίδη, ο οποίος έχει επιμεληθεί και τις περισσότερες εκδόσεις έργων του ποιητή. Εκτός από το ποιητικό έργο, ο Σεφέρης έχει κάνει αξιολογότατες μεταφράσεις, όπως την "Έρημη Χώρα" (1936) και το "Φονικό στην Εκκλησιά" (1963) του Τ.Σ. Έλλιοτ, το "Άσμα Ασμάτων" (1965), την "Αποκάλυψη του Ιωάννη" (1966), τις "Αντιγραφές" (1965, περιέχει έργα Ευρωπαίων και Αμερικανών ποιητών όπως Ezra Pound, Andre Gide, Paul Eluard, Pierre-Jean Jouve), και τις "Μεταγραφές" (1980, περιέχει κείμενα της αρχαίας γραμματείας). Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τα δοκίμια του Σεφέρη, στα οποία ανέπτυσσε τις απόψεις του για τα σύγχρονά του προβλήματα της γλώσσας και λογοτεχνίας. Έγραψε για τον Κάλβο, τον Δάντη, τον Παλαμά, τον Σικελιανό, τον Μακρυγιάννη, τον Καβάφη, τον Έλιοτ. Εκδόθηκαν με τον τίτλο "Δοκιμές" (1944, έκδοση σε δύο τόμους το 1974 από τον Ίκαρο, σε επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδη· ο τρίτος τόμος επίσης από τον Ίκαρο εκδόθηκε το 1992 με επιμέλεια Δημ. Δασκαλόπουλου.) Επίσης, υπάρχει το προσωπικό ημερολόγιο του ποιητή, με γενικό τίτλο "Μέρες" το οποίο άρχισε να εκδίδεται το 1975, τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό του (Α΄-Ζ΄, 1925-1960· το 2001 εκδόθηκε από τις εκδόσεις Ίκαρος, ο τελευταίος τόμος του ημερολογίου, "Μέρες Η΄", ο οποίος καλύπτει την τελευταία δεκαετία της ζωής του, με επιμέλεια της Κατερίνας Κρίκου-Davis), από το οποίο μπορεί κανείς να αντλήσει εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία τόσο για τον ίδιο και το έργο του, όσο και για τις πολιτικές και διπλωματικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Μετά τον θάνατό του εκδόθηκαν ακόμη οι δύο πρώτοι τόμοι του "Πολιτικού ημερολογίου" (εκδόσεις Ίκαρος, 1979 και 1985 αντίστοιχα) σε επιμέλεια Αλέξανδρου Ξύδη. Εκτός από τα παραπάνω ο Σεφέρης έγραψε και το "Χειρόγραφο Σεπτέμβρη '41", και το μυθιστόρημα "Έξι νύχτες στην Ακρόπολη" που μολονότι άρχισε να γράφεται το 1926-1928 εκδόθηκε το 1974. Το τελευταίο τμήμα των γραπτών του Σεφέρη αποτελούν οι αλληλογραφίες του, με πρώτη εκδοθείσα αυτήν με τον Γιώργο Θεοτοκά (1930-1966). Ακολουθούν (διαδοχικά) οι αλληλογραφίες με τον Αδαμάντιο Διαμαντή (Κύπριο ζωγράφο, 1953-1971), με τον Ανδρέα Καραντώνη (1931-1960), με τη σύζυγό του Μαρώ Σεφέρη (Α΄τόμος, 1936-1940), με τον Ζήσιμο Λορεντζάτο (1948-1968) και με τον Edmund Keeley (1951-1971).

Ελύτης Οδυσσέας

Το πραγματικό του όνομα είναι Οδυσσέας Αλεπουδέλης και γεννήθηκε το 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης, αλλά η καταγωγή του ήταν από την Λέσβο. Το 1914 η οικογένεια Αλεπουδέλη εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Εκεί έκανε τις εγκύκλιες σπουδές του ο νεαρός Οδυσσέας και στη συνέχεια άρχισε πανεπιστημιακές σπουδές στη Νομική Σχολή που τις εγκατέλειψε το 1936 για να υπηρετήσει τη θητεία του στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών της Κέρκυρας. Στα γράμματα ο Ελύτης εμφανίστηκε το 1935, δημοσιεύοντας ποιήματά του στο περιοδικό "Τα Νέα Γράμματα" που συγκέντρωνε τους περισσότερους λογοτέχνες της ονομαζόμενης "Γενιάς του Τριάντα". Η γνωριμία του τον ίδιο χρόνο με τον Ανδρέα Εμπειρίκο ενίσχυσε τις επαναστατικές υπερρεαλιστικές του απόψεις. Κατά την ιταλική επίθεση το 1940 κατά της Ελλάδας κατατάχτηκε στο στρατό και πολέμησε στο μέτωπο της Αλβανίας. Στην κατεχόμενη Αθήνα έγραψε τον "Ήλιο τον πρώτο" και τα πρώτα σημαντικά πεζά του. Από το 1948 ως το 1951 πραγματοποίησε διάφορα ταξίδια στη δυτική Ευρώπη, με ορμητήριο το Παρίσι, όπου, μέσα στο εχθρικό γι' αυτόν κλίμα της υπαρξιακής στράτευσης, στερεώθηκαν οι δικές του πεποιθήσεις, αυτές που διακυρύσσονται στο "Άξιον Εστί". Το 1969 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου, ανάμεσα στο σύνθημα "η φαντασία στην εξουσία" που εξήγγειλε η επανάσταση του Μάη, και τη δυσφορία για την Απριλιανή δικτατορία στην Ελλάδα, έγραψε τα ποιήματα "Το φωτόδεντρο", "Το μονόγραμμα", "Ο ήλιος ο ηλιάτορας", "Τα ρω του έρωτα". Στην Αθήνα επέστρεψε το 1971. Την περίοδο αυτή και ως την βράβευσή του το 1979 από τη Σουηδική Ακαδημία με το Βραβείο Νόμπελ, έγραψε πεζά κείμενα για το Θεόφιλο ("Ο ζωγράφος Θεόφιλος", 1973), τον Παπαδιαμάντη ("Η μαγεία του Παπαδιαμάντη", 1974), τον Εμπειρίκο ("Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο", 1979) και το "σκηνικό ποίημα" "Η Μαρία Νεφέλη" (1978). Πριν και ύστερα από το διεθνές βραβείο, ανακηρύχτηκε διδάκτορας από διάφορα πανεπιστήμια, όπως της Θεσσαλονίκης (1975), του Παρισίου (Σορβόνη, 1980) και του Λονδίνου (1981). Άλλα έργα του: "Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας" (1945), "Καλοσύνη στις λυκοποριές" (1947), "Αλβανιάδα" (1962), "Ετεροθαλή" (1974), το "Σηματολόγιον" (1977), "Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας" (1982), το "Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου" (1984), μια σύνθεση-μετάφραση των σωζόμενων αποσπασμάτων της Σαπφώς με τίτλο "Σαπφώ, ανασύνθεση και απόδοση" (1984), "Αποκάλυψη του Ιωάννη" (1985), και "Ο μικρός ναυτίλος" (1985). Ποιήματα του μελοποιήθηκαν από τους Μ.Χατζιδάκη, Μ.Θεοδωράκη, Γ.Μαρκόπουλο, κ.ά.Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά, ισπανικά, και σε άλλες γλώσσες. Πέθανε το 1996 σε ηλικία 85 ετών.

Γκάτσος Νίκος

Νίκος Γκάτσος (1911 ή 1914-1992). Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε στα Χάνια Φραγκόβρυσης της Αρκαδίας. Τέλειωσε το Γυμνάσιο στην Τρίπολη και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε με τη μητέρα και την αδελφή του στην Αθήνα, όπου σπούδασε στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου. Την περίοδο 1935-1936 ταξίδεψε στη Νότιο Γαλλία και το Παρίσι. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία έκανε το 1931 με τη δημοσίευση του ποιήματος "Της μοναξιάς" στο περιοδικό "Νέα Εστία", ενώ την ίδια περίοδο μπήκε στον κύκλο του περιοδικού "Νέα Γράμματα" με το οποίο συνεργάστηκε και ως κριτικός λογοτεχνίας, δραστηριότητα που ανέπτυξε και σε άλλα λογοτεχνικά περιοδικά της Αθήνας. Το 1943 εξέδωσε την "Αμοργό", ποιητική συλλογή που θεωρήθηκε ως ορόσημο στην ιστορία της ελληνικής υπερρεαλιστικής ποίησης και επηρέασε σύγχρονους και μεταγενέστερούς του ποιητές. Μετά την "Αμοργό" ωστόσο δε δημοσίευσε παρά τρία ποιήματα στον περιοδικό τύπο. Στη μεταπολεμική περίοδο συνεργάστηκε με το περιοδικό του Κ.Γ. Κατσίμπαλη "Αγγλοελληνική Επιθεώρηση" και με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Ασχολήθηκε επίσης με τη θεατρική μετάφραση (Λόρκα, Στρίντμπεργκ, Ο’Νηλ, Λόπε ντε Βέγκα, Τενεσσή Ουΐλλιαμς κ.α.) σε παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και άλλων αθηναϊκών θιάσων και από τη δεκαετία του ’50 με τη στιχουργική. Στίχοι του μελοποιήθηκαν από το Μάνο Χατζιδάκι, το Μίκη Θεοδωράκη, το Σταύρο Ξαρχάκο και άλλους έλληνες συνθέτες. Τιμήθηκε με το Βραβείο του Δήμου Αθηναίων για το σύνολο του έργου του (1987) και εκλέχτηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας της Βαρκελώνης για τη συμβολή του (μέσω των μεταφράσεών του) στην προώθηση της ισπανικής λογοτεχνίας (1991). Πέθανε στην Αθήνα. Το 1995 κυκλοφόρησε στην Κωνσταντινούπολη τουρκική μετάφραση του ποιητικού έργου του από τον Ηρακλή Μήλλα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νίκου Γκάτσου βλ. "Γκάτσος Νίκος" στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 3, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Δημοσθένης Κούρτοβικ, "Νίκος Γκάτσος", στο "Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς: ένας οδηγός", Αθήνα, Πατάκης, 1995, σ. 55-56, Αλέξης Ζήρας, "Γκάτσος Νίκος", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ. 403-404, και Φίλιππος Μανδηλαράς-Αγγελική Πασσιά, "Νίκος Γκάτσος: Εργογραφία", περιοδικό "Ελί-τροχος", τχ. 11, Χειμώνας 1996-1997, σ. 8-13. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).