Availability: Σε Αποθεμα

Πανόραμα ελληνικής ποίησης: Από τον Όμηρο στον Ελύτη

SKU: 9786185270247

32,96

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Φιλύρα

Ημερ. Έκδοσης: 01/04/2018

Σειρές: Ποίηση

Περιγραφή

92 Έλληνες ποιητές, 340 ποιήματα και 67 μεταφραστές

Η ελληνική ποίηση αρχίζει με τους αρχαίους Έλληνες ποιητές αλλά δεν παύει με αυτούς. Το γεγονός ότι σε δύο διακεκριμένους σύγχρονους ποιητές, στον Γιώργο Σεφέρη και στον Οδυσσέα Ελύτη, απονεμήθηκε το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας, το 1963 και το 1979 αντίστοιχα, αποδεικνύει ότι η ποίηση εξακολουθεί να ανθεί στην Ελλάδα, εδώ όπου πρωτακούστηκαν οι ραψωδίες του Ομήρου πριν από τρεις χιλιάδες περίπου χρόνια.

Η ελληνική ποίηση ζει και θριαμβεύει, χρησιμοποιώντας ως μέσον έκφρασής της την ελληνική γλώσσα, η οποία είναι τόσο ομοιογενής όσο η γερμανική αλλά πλουσιότερη από αυτή, έχει τη σαφήνεια της γαλλικής γλώσσας, είναι πιο ευέλικτη από την ιταλική και πιο μελωδική από την ισπανική, όπως έχει γράψει ο Γάλλος φιλόλογος Κλωντ Φωριέλ.

Στη δίγλωσση αυτή Ανθολογία, τόσο οι Έλληνες όσο και οι αγγλόφωνοι αναγνώστες έχουν την ευκαιρία να διαβάσουν στο πρωτότυπο, αλλά και σε αντικριστή αγγλική μετάφραση, διάφορα ποιήματα καταξιωμένων Ελλήνων ποιητών, από τον Όμηρο ως τον Ελύτη. Αρχίζοντας από τον πατέρα της ποίησης, τον Όμηρο, η Ανθολογία αυτή καλύπτει επιλεκτικά τρεις χιλιάδες χρόνια και παρέχει στον αναγνώστη αντιπροσωπευτικά δείγματα ποιητικής δημιουργίας της εποχής αυτής.

Greek poetry begins with the ancient Greek poets but does not stop with them. The fact that two distinguished contemporary poets, George Seferis and Odysseas Elytis, were awarded the Nobel Prize for Literature, the former in 1963, the latter in 1979, proves that poetry continues to flourish in Greece, here where the rhapsodies of Homer were first sung three thousand years ago.

Greek poetry lives and thrives using as its means of expression the Greek language which is as homogenous as the German language but richer than that, has the clarity of the French language, is more versatile than the Italian, and more melodic than the Spanish, as the French scholar Claude Fauriel has written.

In this bilingual Anthology both the Greek and the English readers have the opportunity to enjoy reading in the original, but also on the facing page, the English translation of various poems of established poets from Homer to Elytis. Starting with the father of poetry, Homer, this Anthology covers selectively.

Συγγραφέας: Αισχύλος, Αριστοφάνης π.Χ. 445-386, Όμηρος, Ευριπίδης π.Χ. 480-406, Ησίοδος, Σοφοκλής, Πίνδαρος, Πλάτων, Αριστοτέλης π.Χ. 385-322, Βακχυλίδης, Καλλίμαχος ο Κυρηναίος, Σιμωνίδης ο Κείος, Μένανδρος π.Χ. 342-292, Σαπφώ, Θέογνις ο Μεγαρεύς, Σόλων, Στησίχορος, Αλκαίος ο Μυτιληναίος, Ιππώναξ ο Εφέσιος, Ξενοφάνης, Ίβυκος, Φωκυλίδης, Ανακρέων, Αρχίλοχος, Τυρταίος, Καλλίνος ο Εφέσιος, Αλκμάν, Μίμνερμος, Σημωνίδης ο Αμοργίνος, Θεόκριτος (300-260 π.Χ), Ανύτη της Τυγέας, Ήριννα
Επιμέλεια: Καραγιώργος Πάνος
Σειρές: Ποίηση
ISBN: 978-618-5270-24-7

Αριθμός Σελίδων : 620

Διαστάσεις : 24 x 15 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Γλώσσα Πρωτοτύπου : Ελληνικά

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Αισχύλος

Αισχύλος (525 - 455 π.Χ.). Υπήρξε πολύ μεγάλος τραγικός ποιητής της αρχαίας Ελλάδας, ίσως και μεγαλύτερος απ όλους γενικά τους άλλους ομοτέχνους του. Ήταν επίσης αρχιτέκτονας, σκηνοθέτης και μουσικός. Από τα έργα του 67 χάθηκαν και μόνο 7 διασώθηκαν ("Προμηθέας Δεσμώτης", "Ικέτιδες", "Πέρσες" και "Επτά επί Θήβαις", καθώς και η τριλογία του υπό τον τίτλο "Όρέστεια" που περιλαμβάνει τα μερικότερα έργα: "Αγαμέμνων", "Χοηφόροι" και "Ευμενίδες"). Ο Αισχύλος διακρίθηκε σαν μαχητής στο Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα. Πήρε εξάλλου, 13 πρώτα βραβεία από έργα του, εκτός από τα δεύτερα και τρίτα, που κατά καιρούς του απονεμήθηκαν σε αντίστοιχους διαγωνισμούς. Με το Αισχύλο η αρχαιοελληνική τραγωδία εξελίχθηκε, από τον αρχικό διθύραμβο, σε πολυπρόσωπη παράσταση και έφθασε στο μεσουράνημά της. Το ύφος του διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπειά του, το όλο δε έργο του για το βάθος, την πρωτοτυπία στη μορφή και την ισχυρότατη φαντασία του μεγάλου ποιητή. Κατά γενική, σχεδόν, αναγνώριση ο Αισχύλος υπήρξε μέγας και, από κάθε άποψη, ασύγκριτος δημιουργός. Πέθανε από ατύχημα στη Γέλα της Σικελίας, σε ηλικία 70 ετών, και τάφηκε εκεί. Κατά σχετική ανεπιβεβαίωτη παράδοση, μια χελώνα, πέφτοντας στο κεφάλι του από ψηλά, τον σκότωσε. Στον τάφο του οι Σικελοί Έλληνες ανάγειραν μετά μνημείο, στο οποίο χάραξαν επίγραμμα, που το είχε φτιάξει ο ίδιος ο Αισχύλος, διαισθανόμενος ίσως πως το τέλος του πλησίαζε.

Αριστοφάνης π.Χ. 445-386

Γεννήθηκε γύρω στο 445 π.Χ., ήταν Κυδαθηναιεύς, γιος του Φιλίππου και της Ζηνοδώρας, και ανήκε στην Πανδιονίδα φυλή. Στο σχολείο ο κωμωδιοποιός διδάσκεται Όμηρο και Ησίοδο, μαθαίνει τον Αίσωπο και ακούει για τον Αρχίλοχο και τον Αλκαίο. Όταν ήταν εννιά ετών, διδάσκεται η Αντιγόνη του Σοφοκλή, όταν κλείνει τα δώδεκα έχει τελειώσει ο Παρθενώνας. και όταν ξεσπάει ο πελ/κός πόλεμος του λείπει ένας χρόνος για να κλείσει τα είκοσι. Πρόφτασε τη δόξα του Περικλή και είδε το θάνατό του, το 429. Θεματολογικά στο έργο του Αριστοφάνη κυριαρχεί η πολιτική, η οποία στην κωμωδία εμφανίζεται για πρώτη φορά με τον Κρατίνο. Συντηρητικός ο ίδιος, υπήρξε πολέμιος του δημαγωγού Κλέωνα και την αντίθεσή του τη βρίσκουμε στους Ιππής. Σατίρισε σκληρά τους πολιτικούς, ακόμη και τον Περικλή, τους στρατηγούς όπως το Λάμαχο, και τους ποιητές, όπως τον Ευριπίδη και τον Αισχύλο και δε λησμόνησε τον Σωκράτη. Γνωρίζουμε 44 τίτλους έργων του, οι σωζόμενες όμως κωμωδίες του είναι έντεκα: Αχαρνής, Ιππής, Νεφέλαι, Σφήκες, Ειρήνη, Όρνιθες, Λυσιστράτη, Θεσμοφοριάζουσαι, Βάτραχοι, Εκκλησιάζουσαι, Πλούτος. Πήρε μία πρώτη νίκη στα Διονύσια και τέσσερις στα Λήναια. Πέθανε γύρω στο 386 π.Χ.

Όμηρος

Αρχαίος Έλληνας επικός ποιητής, ο μεγαλύτερος από τους ποιητές όλων των αιώνων, με τον οποίο αρχίζει η έντεχνη ελληνική και ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Οι πληροφορίες που έχουμε για τον Όμηρο είναι ελάχιστες και αυτές ασαφείς. Τον τόπο γέννησής του διεκδικούν πολλές πόλεις. Πιο πιθανή πατρίδα του όμως θεωρείται η Σμύρνη, αιολική αποικία, που αργότερα προστέθηκε στην ιωνική συμπολιτεία. Η άποψη αυτή ενισχύεται από το ότι ο ποιητής γνώριζε πολύ καλά την περιοχή της, όπως αποδεικνύουν οι παρομοιώσεις που χρησιμοποιεί στην ποίησή του. Γνώριζε ακόμα καλά τις ακτές του Αδραμυτηνού κόλπου, το όρος Ίδη, την πεδιάδα του Σκάμανδρου κ.λπ., τα οποία είδε ο ποιητής με τα μάτια του και έγιναν θέατρα των αγώνων των ηρώων του. Άγνωστο είναι το πότε έζησε ο Όμηρος. Ο ίδιος αφήνει να εννοηθεί στα ποιήματά του ότι έζησε πολύ αργότερα από τα τρωικά. Κατά τον Ηρόδοτο (Β΄ 53) ο Όμηρος έζησε 400 χρόνια νωρίτερα απ' αυτόν και, σύμφωνα με τη μαρτυρία αυτή, πρέπει να έζησε κατά τα μέσα του 9ου αι. π.Χ. Τέλος η παράδοση ότι ο Όμηρος ήταν τυφλός πρέπει να απορριφθεί, γιατί είναι ασυμβίβαστη με τη λεπτή παρατήρηση της φύσης που υπάρχει στο έργο του. Έγραψε: α) την "Ιλιάδα" της οποίας η υπόθεση εκτυλίσσεται σε 51 ημέρες και 15.700 στίχους. Θέμα της είναι η "μήνις του Αχιλλέως" εναντίον του Αγαμέμνονα και οι συμφορές που επακολούθησαν. Κανονικά λοιπόν έπρεπε να ονομαστεί Αχιλληίδα, επειδή όμως ο ποιητής παρεμβάλλει σ' αυτήν πολλά γεγονότα του πολέμου που έγιναν γύρω από το Ίλιο (= Τροία), γι' αυτό πήρε το όνομα "Ιλιάς" β) την "Οδύσσεια" της οποίας τα περιστατικά διαρκούν 41 ημέρες και αναπτύσσονται σε 12.100 στίχους. Θέμα της είναι ο "νόστος" (= επιστροφή) του Οδυσσέα από την Τροία στην Ιθάκη. Άλλα έργα που αποδίδονται στον Όμηρο είναι: οι "Ομηρικοί ύμνοι", η "Βατραχομυομαχία", ο "Μαργίτης". Χαρακτηριστικό της τέχνης του Ομήρου είναι ότι τα έπη του έχουν αρχή, μέση και τέλος και ότι με τα αλλεπάλληλα επεισόδια κρατά αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του ακροατή μέχρι το τέλος. Ο θαυμασμός για τα έπη του Ομήρου διατηρήθηκε αμείωτος από την αρχαιότητα μέχρι τις ημέρες μας, γι' αυτό και διδάσκεται σ' όλα τα σχολεία της Ευρώπης, ως ο μεγαλύτερος ποιητής και παιδαγωγός των αιώνων. Τα ομηρικά έπη έχουν μεταφραστεί σ' όλες τις γλώσσες του κόσμου, καθώς και στην ελληνική δημοτική, από τους Ι. Πολυλά, Αργ. Εφταλιώτη, Ζ. Σιδέρη, Ν. Καζαντζάκη, Ι. Κακριδή κ.ά.

Ευριπίδης π.Χ. 480-406

Ο Ευρυπίδης (480-406 π.Χ.) καταγόταν από τον Αθηναϊκό δήμο της Φλύας. Παρακολούθησε τις διδασκαλίες του Αναξαγόρα, του Πρόδικου και του Πρωταγόρα, και συνδέθηκε φιλικά με τον Σωκράτη. Για πρώτη φορά πήρε μέρος σε δραματικό αγώνα το 455 π.Χ., και από τότε δίδασκε τακτικά μέχρι τον θάνατό του. Άνθρωπος μάλλον εσωστρεφής και αυστηρός, δεν ευτύχησε στην προσωπική ζωή του. Κατά τα τελευταία χρόνια του εγκαταστάθηκε στη Μακεδονία, προσκαλεσμένος από τον βασιλιά Αρχέλαο, και εκεί πέθανε. Στο έργο του αντικατοπτρίζεται το κλίμα της εποχής, με την έντονη επίδραση της σοφιστικής, την αμφισβήτηση και την αναζήτηση των θείων και των ανθρώπινων. Ο Ευριπίδης, ο από σκηνής φιλόσοφος, απεικόνισε την τραγικότητα των εσωτερικών συγκρούσεων και απέδωσε μοναδικά την ποικιλία των ψυχικών παθών και τις διακυμάνσεις της συνείδησης. Οι νεωτερισμοί του, στη μορφή των έργων του και στις ιδέες που εξέφρασε, τον έκαναν συχνά στόχο επιθέσεων. Σώζονται δεκαεννέα δράματά του πλήρη και πολλά άλλα αποσπασματικά.

Ησίοδος

Αρχαίος Έλληνας ποιητής του διδακτικού έπους (750-700 π.Χ.). Γιος του Δία και της Πυκιμήδης, γεννήθηκε στην Αιολική Κύμη. Οι γονείς του ήταν φτωχοί και γι' αυτό ξενιτεύτηκαν στη Βοιωτία, όπου καλλιεργούσαν ένα μικρό αγρόκτημα στις πλαγιές του Ελικώνα, στο χωριό Άσκρα, κοντά στις Θεσπιές. Η οικονομική τους όμως κατάσταση δε βελτιώθηκε σημαντικά, γιατί και εδώ ο τόπος ήταν φτωχός και επιπλέον είχε βαρύ κλίμα. Κατά την παράδοση στο μικρό Ησίοδο που έβοσκε τα πρόβατά του στον Ελικώνα, παρουσιάστηκαν οι εννέα Μούσες και του έδωσαν το χάρισμα να τραγουδά με γλυκιά φωνή τα περασμένα και τα μελλοντικά. Όταν πέθανε ο πατέρας του, ο αδερφός του Πέρσης δωροδόκησε τους δικαστές κατά τη διανομή της πατρικής περιουσίας και πήρε μεγαλύτερο μερίδιο από τον Ησίοδο. Επειδή όμως ήταν οκνηρός και κακός, αφού κατέφαγε την περιουσία του, απείλησε με νέες δίκες να αρπάξει και το μερίδιο του αδερφού του. Με αφορμή τα περιστατικά αυτά ο Ησίοδος έγραψε το ποίημα "Έργα και Ημέραι", όπου μετά την επίκληση των Μουσών ο ποιητής απευθύνει το λόγο προς τον Πέρση, τον οποίο προσπαθεί να αποτρέψει από τη δικομανία και να τον κατευθύνει προς την εργασία, γιατί η εργασία και το κέρδος που προέρχεται από αυτήν ωφελεί, ενώ χωρίς ιδρώτα κανένα αγαθό δε δίνουν οι θεοί στον άνθρωπο και καταλήγει με το περίφημο γνωμικό: "Έργον δ' ουδέν όνειδος, αεργίη δε τ' όνειδος". Όσο για τον ποιητικό αγώνα μεταξύ του Ησίοδου και Ομήρου, στον οποίο νίκησε ο πρώτος, φαίνεται χωρίς αμφιβολία ότι είναι δημιούργημα φανταστικό, που γεννήθηκε στο σχολικό περιβάλλον του 5ου αι. π.Χ., όπου διεξάγονταν συζητήσεις για την αξία του διδακτικού και του ηρωικού έπους, που πρώτος ξεκίνησε ο Αριστοφάνης στην "Ειρήνη". Διότι ο Ησίοδος ήταν οπωσδήποτε μεταγενέστερος του Ομήρου. Από τα πολλά ποιήματα του Ησίοδου σώζονται τα εξής: α) "Έργα και Ημέραι". Οι στίχοι 1-764 αποτελούν τα "Έργα", που ονομάστηκαν έτσι, γιατί ο ποιητής συμβουλεύει μέσα σ' αυτό για την εργασία, η οποία αποτελεί το μοναδικό δρόμο για την ευδαιμονία του ανθρώπου. Οι υπόλοιποι στίχοι (765-828) ασχολούνται με τις ευνοϊκές και αποφράδες ημέρες, στις οποίες οφείλεται το δεύτερο μέρος του τίτλου "Ημέραι" και θεωρούνται μεταγενέστερη προσθήκη. β) "Θεογονία" (1022 στίχοι). Σ' αυτό ο ποιητής προσπαθεί να καταγράψει σ' ένα σύστημα με συνέχεια και ευρυθμία τους διάφορους ελληνικούς μύθους που αναφέρονταν στη γένεση, στα αξιώματα και γενικά στην ιστορία των ελληνικών θεών. γ) "Ασπίς Ηρακλέους" (480 στίχοι). δ) "Ηοίαι" (54 στίχοι).

Σοφοκλής

Πίνδαρος

Ο Πίνδαρος, ο μεγαλύτερος από τους λυρικούς ποιητές της Ελλάδος και η φωνή των Δελφών για περισσότερο από σαράντα χρόνια, γεννήθηκε στο Κυνός Κεφαλές, ένα χωριό κοντά στις Θήβες, γύρω στο 518 π.Χ. Ήταν γιος του Δαΐφαντου, ο οποίος ανήκε στην αρχαία και αριστοκρατική οικογένεια των Αιγιδών. Έμαθε μουσική από τα μικρά του χρόνια από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν φημισμένος μουσικός αυλού και από τους έξοχους Αθηναίους μουσικούς Αγαθοκλή και Απολλόδωρο. Έζησε το περισσότερο μέρος της ζωής του στην Θήβα και στους Δελφούς, όπου το μαντείο τού είχε αναθέσει να εκφωνεί ύμνους προς τους Θεούς. Οι Θηβαίοι τον ονόμαζαν "ο αετός των Θηβών" και τον σύγκριναν με το πολύβουο ρέμα του ποταμού. Ο Πίνδαρος, κατά την διάρκεια της ζωής του, είχε τιμηθεί από όλες τις ελληνικές πόλεις για τα ποιήματα του και είχε προσκαλεστεί συχνά από βασιλείς και τύραννους στις αυλές τους, ιδιαίτερα από τον Αμύντα της Μακεδονίας, Αρκεσίλαο της Κυρήνης, Θήρωνα του Ακράγαντος και Ιέρωνα των Συρακουσών, όπου έζησε από το 476 μέχρι το 472 π.Χ. Το 438 π.Χ., σε ηλικία ογδόντα ετών, πέθανε στο θέατρο του Άργους, την στιγμή που εκφωνούσε ένα από τα ποιήματα του. Οι Αθηναίοι τον είχαν τιμήσει κάνοντάς τον πρόξενο και μετά τον θάνατον του, του έστησαν μπρούτζινο άγαλμα. Οι δε Θηβαίοι του είχαν επιβάλλει πρόστιμο, επειδή εγκωμίασε εχθρική πόλη, την Αθήνα, αλλά αργότερα έκτισαν ναό κοντά στο σπίτι του, για να τον τιμήσουν. Ο Πίνδαρος έγραψε ένα τεράστιο αριθμό ποιημάτων τα οποία είχαν ταξινομηθεί από τους Αλεξανδρινούς συγγραφείς σε δέκα επτά βιβλία. Η ποίηση του περιελάμβανε διθυράμβους, παιάνες, σχόλια, εγκώμια, προσόδια, παρθένια και επινίκια. Τα τελευταία είναι τα μόνα σωζόμενα έργα του, ενώ από τα υπόλοιπα έχουν απομείνει μόνο μερικά κομμάτια. Τα Επινίκια ήταν ύμνοι που εξυμνούσαν τους νικητές των αγώνων και απαγγέλλονταν από τον χορό, συνήθως στο τόπο της νίκης ή κατά την διάρκεια τελετής προς τιμήν του νικητού, μετά την επιστροφή του στο σπίτι. Περιείχαν 14 Ολυμπιακές, 12 Πύθια, 11 Νεμέα και 8 Ίσθμια ωδές. Τα ποιήματα του Πίνδαρου χαρακτηρίζονται από μεγαλειότητα σκέψεως, έκφραση, μέτρο και αρμονική σκέψη και περιέχουν έντονα θρησκευτικά συναισθήματα.

Πλάτων

Έλληνας φιλόσοφος και συγγραφέας (427-347 π.Χ.). Γεννήθηκε στην Αθήνα από γονείς ευγενείς. Ο πατέρας του Αρίστωνας έλεγε ότι καταγόταν από τη γενιά του Κόδρου και η μητέρα του Περικτιόνη από το Σόλωνα. Είχε δύο αδερφούς, τον Αδείμαντο και το Γλαύκωνα. Το πρώτο του όνομα ήταν Αριστοκλής. Πλάτωνας ονομάστηκε αργότερα για το ευρύ του στέρνο και το πλατύ του μέτωπο. Νέος ασχολήθηκε με την ποίηση, αλλά γρήγορα στράφηκε προς τη φιλοσοφία. Ήταν 20 χρόνων, όταν γνώρισε το Σωκράτη και έμεινε κοντά του για οκτώ ολόκληρα χρόνια, μέχρι την ώρα που ο μεγάλος δάσκαλος πέθανε (399 π.Χ.). Ο άδικος θάνατος του Σωκράτη τον έπεισε ότι η αθηναϊκή δημοκρατία είχε μεγάλα ελαττώματα και ανέλαβε το ρόλο του κοινωνικού μεταρρυθμιστή. Μετά τη θανάτωση του Σωκράτη για λίγο καιρό κατέφυγε στα Μέγαρα, κοντά στο συμμαθητή του Ευκλείδη. Ύστερα γύρισε στην Αθήνα, όπου για 10 χρόνια ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων, τα οποία φέρουν τη σφραγίδα της σωκρατικής φιλοσοφίας. Στη συνέχεια ταξίδεψε στην Αίγυπτο και στην Κυρήνη, όπου σχετίστηκε με το μαθηματικό Θεόδωρο, και τέλος στον Τάραντα της Ιταλίας, όπου γνώρισε τους πυθαγόρειους, από τη φιλοσοφική σκέψη των οποίων επηρεάστηκε αποφασιστικά. Μετά πέρασε στη Σικελία. Στην αυλή του βασιλιά των Συρακουσών Διονυσίου Α΄ γνώρισε το βασιλικό γυναικάδελφο Δίωνα, με τον οποίο συνδέθηκε φιλικά. Η φιλία όμως αυτή προκάλεσε τις υποψίες του Διονυσίου για συνωμοσία, γι' αυτό έδιωξε τον Πλάτωνα από τη Σικελία. Στην Αίγινα κινδύνεψε να πουληθεί ως δούλος αλλά τον εξαγόρασε ο Κυρηναίος φίλος του Αννίκερης. Επιστρέφοντας στην Αθήνα άνοιξε τη φιλοσοφική σχολή του, την Ακαδημία. Η προσπάθεια όμως των δύο φίλων να προσηλυτίσουν στις ιδέες τους το νέο ηγεμόνα Διονύσιο Β΄ απέτυχαν. Για τρίτη φορά ήρθε στην αυλή των Συρακουσών το 361, με σκοπό να συμφιλιώσει το Δίωνα με το Διονύσιο. Αυτή τη φορά κινδύνεψε και η ζωή του. Τον έσωσε η επέμβαση του πυθαγόρειου Αρχύτα. Αλλά ο Δίωνας δε γλίτωσε. Δολοφονήθηκε το 353. Έτσι ο Πλάτωνας έχασε τον άνθρωπο στον οποίο στήριξε τις ελπίδες του για την επιβολή των πολιτικών του ιδεών. Από τότε ο Πλάτωνας και μέχρι το θάνατό του ασχολήθηκε με τη διδασκαλία και με τη συγγραφή έργων φιλοσοφικών. Τα έργα του Πλάτωνα είναι 36 και όλα, εκτός από την "Απολογία", διαλογικά. Και στη συγγραφή ο φιλόσοφος μιμήθηκε τη διδασκαλία του Σωκράτη, ο οποίος δίδασκε διαλογικά. Οι διάλογοί του επιγράφονται με το όνομα κάποιου από τα διαλεγόμενα πρόσωπα, π.χ. "Τίμαιος", "Γοργίας", "Πρωταγόρας" κ.λπ. Τρεις μόνο διάλογοι, το "Συμπόσιο", η "Πολιτεία" και οι "Νόμοι" τιτλοφορούνται από το περιεχόμενό τους. Σ' όλους τους διαλόγους τη συζήτηση διευθύνει ο Σωκράτης. Στους παλαιότερους διαλόγους διατηρεί την εικόνα του πραγματικού Σωκράτη, ενώ στους νεότερους κάτω από το πρόσωπο του δάσκαλου κρύβεται ο ίδιος ο μαθητής. Το σύνολο του πλατωνικού έργου διακρίνεται σε τρεις περιόδους με βάση τη χρονολογική σειρά: α) Περίοδος της νεότητας (400-387 π.Χ.): Σ΄ αυτήν ανήκουν: Απολογία, Κρίτων, Χαρμίδης, Πρωταγόρας, Λάχης, Ευθύφρων, Ιππίας Μείζων, Ιππίας Ελάσσων, Ίων, Λύσις. β) Περίοδος ωριμότητας (386-367 π.Χ.). Σ' αυτήν ανήκουν: Μενέξενος, Κρατύλος, Ευθύδημος, Γοργίας, Μένων, Παρμενίδης, Φαίδων, Φαίδρος, Πολιτεία, Συμπόσιον, Θεαίτητος. γ) Περίοδος γηρατειών (366-348 π.Χ.). Περιλαμβάνονται: Σοφιστής, Πολιτικός, Φίληβος, Κριτίας, Τίμαιος, Νόμοι, 7η επιστολή.

Αριστοτέλης π.Χ. 385-322

Ο Αριστοτέλης ένας απο τους μεγαλύτερους Έλληνες φιλοσόφους, ερευνητές και διανοητές, γεννήθηκε στα Στάγειρα της Χαλκιδικής απ' το γιατρό Νικόμαχο και τη Φαιστίδα το 385 π.Χ. Ακολούθησε το χρησμό του Μαντείου των Δελφών -του Πυθοί θεού χρήσαντος αυτώ φιλοσοφείν Αθήνησι- σπούδασε φιλοσοφία υπό τον Πλάτωνα στην Αθήνα και δίδαξε στην Ακαδημία (367 - 384 π.Χ.). Το 348 π.Χ., μετά το θάνατο του Πλάτωνα, πήγε μαζί με τον Ξενοκράτη στον Άσσο της Μικράς Ασίας και δίδαξε φιλολσοφία και επιστημονικά μαθήματα σε ευρύ κύκλο ακροατών. Το 345 π.Χ. ίσως ύστερα από πρόσκληση του Θεοφράστου, εγκαταστάθηκε στη Μυτιλήνη και έμεινε εκεί διδάσκων μέχρι το 342 π.Χ., που ο Φίλιππος του ανέθεσε τη διαπαιδαγώγηση του δεκατριετούς τότε Αλεξάνδρου. Το 336 π.Χ., μετά το θάνατο του Φιλίππου, επανήλθε στην Αθήνα και το 335 π.Χ., ίδρυσε μεταξύ Λυκαβηττού και Ιλισσού το "Λύκειο" που εκλήθη και "περίπατος" λόγω των πολλών στοών του Μεγάρου. Το 323 π.Χ., μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, απεσύρθη στην Χαλκίδα, την πατρίδα της μητέρας του, όπου και πέθανε από στομαχικό νόσημα το 322 π.Χ. Τα περισσότερα έργα του Αριστοτέλη έχουν απωλεσθεί. Αυτά που έχουν διασωθεί διακρίνονται σε λογικά, φυσικά, βιολογικά, ψυχολογικά, μεταφυσικά, ηθικά, πολιτικά, τεχνολογικά και προβλήματα.

Βακχυλίδης

Ο Βακχυλίδης (Ιουλίδα Κέας 518 π.Χ. - 452 π.Χ.) ήταν αρχαίος έλληνας συγγραφέας και λυρικός ποιητής.

Καλλίμαχος ο Κυρηναίος

Ο Καλλίμαχος ήταν αρχαίος ποιητής και επιγραμματοποιός (310-240 π.Χ.). Καταγόταν από μεγάλη οικογένεια της Κυρήνης που ανήγε την καταγωγή της στον μυθικό οικιστή της πόλης Βάττο. Μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα, αλλά πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του στην Αλεξάνδρεια εργαζόμενος στην αλεξανδρινή βιβλιοθήκη. Άκμασε την εποχή των Πτολεμαίων Φιλάδελφου και Ευεργέτη. Το σπουδαιότερο πεζό του έργο ήταν οι "Πίνακες των εν πάση παιδεία διαλαμψάντων και ών συνέγραψαν", ένας κατάλογος σε 120 βιβλία που περιλάμβανε όλα τα έργα όλων των συγγραφέων, ακόμα κι αυτά που δεν σώζονταν. Από το ποιητικό του έργο σώθηκαν έξι Ύμνοι, 64 επιγράμματα στην "Παλατινή Ανθολογία" από τον "Στέφανο" του Μελεάγρου και μερικά αποσπάσματα από άλλα έργα του. Τα σπουδαιότερα από αυτά ήταν ένα επύλλιο, η "Εκάλη", τα "Αίτια", που ήταν ποιήματα πάνω σε διάφορα θέματα και κατέληγαν στον περίφημο "Βόστρυχο της Βερενίκης", γνωστό κυρίως από την μετάφραση του Λατίνου ποιητή Κάτουλλου. Ένας από τους μαθητές του, και ισχυρός αντίζηλος και εχθρός του ήταν ο Απολλώνιος ο Ρόδιος, με τον οποίο φαίνεται ότι διαλλάχτηκε αργότερα, αφού μετά θάνατον οι τάφοι τους ήταν ο ένας δίπλα στον άλλο.

Σιμωνίδης ο Κείος

Ο Σιμωνίδης ο Κείος (556 π.Χ.-469 π.Χ.) ήταν Έλληνας λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στη νήσο Κέα όπου διδάχθηκε ποίηση και μουσική και συνέθεσε παιάνες προς τον Απόλλωνα. Μετακινήθηκε στην Αθήνα υπό την αιγίδα του Ίππαρχου. Μετά την δολοφονία του προστάτη του 514 π.Χ. μετοίκησε στην Θεσσαλία. Μετά την μάχη του Μαραθώνα επέστρεψε στην Αθήνα και αμέσως μετά πήγε στην Σικελία στην αυλή του Ιέρωνα όπου έμεινε μέχρι το θάνατο του. Συνέθεσε ελεγείες, χορικά ποιήματα, επινίκιους ύμνους, διθυράμβους, παρθένια, θρήνους και επιγράμματα, εκ των οποίων άριστα θεωρούνται αυτά για τους πεσόντες των Θερμοπυλών και του Μαραθώνα. Είχε μεγάλη φήμη σχετικά με τις γνώσεις του. Προσωπικός φίλος του Θεμιστοκλή και του Παυσανία. Η ποίησή του κατά τη διάρκεια του πολέμου με τους Πέρσες έδωσε μεγάλη ώθηση στην ελληνική εθνική συνείδηση. [πηγή: Βικιπαίδεια, 22/2/2012]

Μένανδρος π.Χ. 342-292

Ο Μένανδρος, Αθηναίος κωμικός ποιητής, είναι ο σημαντικότερος της νέας αττικής κωμωδίας και ο θεμελιωτής της. Γεννήθηκε στην Κηφισιά το 342/41. Ως έφηβος ο Μένανδρος μαθήτευσε στην περιπατητική σχολή του Αριστοτέλη που στην εποχή του είχε διευθυντή τον Θεόφραστο και γνωρίστηκε στην στρατιωτική του θητεία με τον μετέπειτα μεγάλο φιλόσοφο Επίκουρο με τον οποίο συνδέθηκε με βαθιά φιλία. Παρόλο που ο Μένανδρος έγραψε πάνω από 100 κωμωδίες κέρδισε μόνο 8 πρώτες νίκες. Η μεγάλη δόξα και η αναγνώριση ήρθαν από τους μεταγενέστερους μετά από τον θάνατο του το 292/1.

Σαπφώ

Κάπου ανάμεσα στο 617 και το 612 π.Χ., γεννιέται η Σαπφώ στην Ερεσό της Λέσβου. Την πρωτοσυναντάμε νεαρή ποιήτρια στους αριστοκρατικούς κύκλους του νησιού, και λίγο αργότερα εξόριστη για πολιτικούς λόγους, αρχικά στην Πύρρα της Λέσβου και κατόπιν στη Σικελία. Γύρω στο 585 π.Χ. επιστρέφει στο νησί της και ιδρύει τον δικό της κύκλο των Μουσών, ένα είδος Ωδείου, κέντρο ανώτερων σπουδών όπου οι ανύπαντρες κόρες της υψηλής βαθμίδας ανέπτυσσαν ικανότητες στη μουσική, την ποίηση, το χορό. Μέσα απ' τα ποιήματα των εννέα βιβλίων της μαθαίνουμε πως είχε τρεις αδελφούς, μια κόρη, γνωρίζουμε μία-μία τις μαθήτριές της με τα ονόματά τους, διακρίνουμε τη σχέση της Λέσβου με τη Λυδία της αντικρινής Ασίας. Ανάμεσα στο 570 και το 560 π.Χ. η Σαπφώ πεθαίνει -από έρωτα σύμφωνα με το θρύλο- σε προχωρημένη για την εποχή της ηλικία.

Θέογνις ο Μεγαρεύς

O Θέογνις ο Μεγαρεύς (αρχ.ελλ. Θέογνις ο Μεγαρεύς, (~ 548 - 544 π.Χ.) ήταν Έλληνας ελεγειακός ποιητής των αρχαίων χρόνων από τα Μέγαρα της Αττικής. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, με το όνομά του να σημαίνει "απόγονος θεών", τάχθηκε υπέρ της ολιγαρχικής μερίδας των Μεγαρέων σε μια περίοδο ιδιαίτερα έντονης πολιτικής ρευστότητας για την πόλη. Το έργο του αντανακλά τις πολιτικές του θέσεις σε συνδυασμό με απόψεις ηθικού χαρακτήρα για διάφορα θέματα, γεγονός που τον κατατάσσει στους γνωμικούς ποιητές. Απολάμβανε υψηλής δημοφιλίας στην αρχαιότητα, χάρη στην κομψότητα και το δυναμισμό που χαρακτήριζε την ποιητική του παραγωγή. Σχετικά με την προσωπική του ζωή οι γνώσεις μας είναι περιορισμένες. Ωστόσο, ξεχωρίζουν η σχέση του με μια ανώνυμη γυναίκα, την οποία σκόπευε να νυμφευθεί, και εκείνη με τον συμπολίτη του Κύρνο, ο οποίος αποτελεί πολλές φορές το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται με τους στίχους του. Σήμερα ο Θέογνις, πλάι στους υπολοίπους Έλληνες ποιητές της αρχαϊκής περιόδου, θεωρείται πρωτοπόρος της ανθρώπινης ποιητικής έκφρασης και είναι ο πρώτος δημιουργός τον οποίο απασχόλησε ρητά η υστεροφημία του. [πηγή: Βικιπαίδεια, 24/2/2012]

Σόλων

Μεγάλος Αθηναίος νομοθέτης, φιλόσοφος και ποιητής (639 - 559 π.Χ.) καθώς και ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Ανήκε σε πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια, η οποία καταγόταν από τη γενιά του βασιλιά της Αθήνας Κόδρου. Ο πατέρας του ονομαζόταν Εξηκεστίδης· αυτός φρόντισε για την εκπαίδευση και ανατροφή του γιου του. Όταν ο Σόλων έχασε την περιουσία του, στράφηκε προς το εμπόριο και ταξίδεψε στην Αίγυπτο και τη Μ. Ασία. Επωφελούμενος από τα ταξίδια του αυτά μελέτησε ξένους πολιτισμούς και νόμους, καθώς και τον πολιτικοοικονομικό βίο των άλλων χωρών. Τα εφόδια που απέκτησε τα χρησιμοποίησε αποτελεσματικά για την κοινωνική και οικονομική ανόρθωση της πατρίδας του και έτσι κατόρθωσε να αναδειχτεί στο σπουδαιότερο άνδρα της εποχής του. Την εμπιστοσύνη του λαού την κέρδισε πρώτα με το ποιητικό του έργο. Με τους φλογερούς του στίχους επηρέασε την αθηναϊκή κοινή γνώμη, συμβουλεύοντας, ενθαρρύνοντας και ενθουσιάζοντας τους Αθηναίους. Στα ποιήματά του έκανε τη διαπίστωση ότι η κακοδαιμονία της πόλης και οι φιλονικίες οφείλονται στον αγώνα των τάξεων και υποσχόταν τη θεραπεία του κακού. Γι' αυτό οι Αθηναίοι τον εξέλεξαν το 594 π.Χ. άρχοντα με έκτακτη δικτατορική εξουσία, για να αποκαταστήσει την ειρήνη με τη μεταβολή των θεσμών. Τα νομοθετικά μέτρα του Σόλωνα ήταν πολύ τολμηρά, αλλά και δραστικά. Στα σπουδαιότερα από αυτά συγκαταλέγονται η καθιέρωση της διαίρεσης των πολιτών σε τάξεις ανάλογα με το εισόδημά τους, η σεισάχθεια δηλ. η εξάλειψη των χρεών και η ίδρυση της εκκλησίας του δήμου. Η νομοθεσία του απέκτησε φήμη και επέδρασε στην εξέλιξη του δικαίου. Δίκαια ο Σόλωνας θεωρείται πατέρας του αστικού δικαίου. Ο Σόλωνας για να αποφύγει μεταβολές της νομοθεσίας του, αποδήμησε για δέκα χρόνια. Γρήγορα όμως προκλήθηκαν ταραχές, τις οποίες υποκινούσαν οι ευγενείς κυρίως, και η πόλη έπεσε σε αναρχία. Ο Σόλωνας κατά τη διάρκεια των δέκα χρόνων της αυτοεξορίας του επισκέφτηκε, μεταξύ άλλων, και το βασιλιά των Σάρδεων Κροίσο, ο οποίος τον ρώτησε αν γνώριζε κανέναν άνθρωπο πιο ευτυχισμένο από αυτόν. Ο Σόλωνας του ανέφερε τρεις περιπτώσεις ευτυχισμένων ανθρώπων και τον συμβούλεψε με το γνωστό: "Μηδένα προ του τέλους μακάριζε" (=μη μακαρίζεις κανέναν, προτού να δεις το τέλος του). Όταν ξαναγύρισε στην Αθήνα, τη βρήκε σε πολύ καλή κατάσταση χάρη στα δικά του νομοθετικά μέτρα και πέθανε ευτυχισμένος σε βαθιά γεράματα. Ο Σόλωνας υπήρξε και ελεγειακός ποιητής. Έγραψε ελεγεία με τίτλο "Σαλαμίς", στην οποία προτρέπει τους Αθηναίους να ανακτήσουν το αγαπημένο τους νησί. Από την ελεγεία αυτή σώζονται μόνο οκτώ στίχοι. Ο Σόλωνας έγραψε επίσης πολιτικές ελεγείες, από τις οποίες έχουμε μεγαλύτερα αποσπάσματα. Σ' αυτές εκφράζει τα πολιτικά του φρονήματα και αντανακλά τη φιλοπατρία του και την αγάπη του προς τη δικαιοσύνη. Οι ελεγείες του ονομάστηκαν "γνωμικές", επειδή περιέχουν πολλές γνώμες.

Στησίχορος

Αλκαίος ο Μυτιληναίος

Ιππώναξ ο Εφέσιος

Ξενοφάνης

Ίβυκος

Φωκυλίδης

Επιγραμματοποιός.

Ανακρέων

Λυρικός ποιητής του 6ου αιώνα π.Χ., από την Τέω της Μικράς Ασίας. Είχε συμπεριληφθεί στον Κανόνα των εννέα Ελλήνων λυρικών. Σε νεαρή ηλικία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του μπροστά στον περσικό κίνδυνο και να εγκατασταθεί στα Άβδηρα της Θράκης μαζί με πολλούς συμπατριώτες του. Ζώντας αργότερα στην αυλή διαφόρων ηγεμόνων (του Πολυκράτη στη Σάμο, του Ίππαρχου στην Αθήνα), τραγούδησε με λεπτότητα και αισθαντικότητα τον έρωτα, το κρασί και τη χαρά της ζωής. "Τα πολυπαινεμένα συμποτικά τραγούδια του Ανακρέοντα", σημειώνει ο Paul Kroh, "αποστρέφονται κάθε υπέρβαση του μέτρου και εκτιμούν τη συντροφιά των καλλιεργημένων ανθρώπων παρ' όλα αυτά ήδη η αρχαιότητα είδε στο πρόσωπο του Ανακρέοντα τον "μεθυσμένο ποιητή ", που έφτασε έτσι να πάρει τη φήμη του αστόχαστου γλεντζέ ή και του κλασικού εκπροσώπου του ερωτισμού. Η γνήσια εικόνα του ποιητή αμαυρώθηκε επίσης, ήδη από νωρίς, από κάποιες εν μέρει αδύνατες, εν πάση περιπτώσει μονόπλευρες μιμήσεις, τα λεγόμενα Ανακρεόντεια· αυτή όμως η ψεύτικη εικόνα άσκησε ισχυρή επίδραση στην παγκόσμια λογοτεχνία". Ανακρεόντεια, ακριβώς, είναι τα δύο επιγράμματα πού του αποδίδονται στο ενδέκατο βιβλίο της "Παλατινής Ανθολογίας".

Αρχίλοχος

Τυρταίος

Καλλίνος ο Εφέσιος

Αλκμάν

Μίμνερμος

Ο Μίμνερμος ήταν ελεγειακός ποιητής από την Κολοφώνα της Μικράς Ασίας, ο οποίος άκμασε την περίοδο 630-600 π.Χ. Ο Μίμνερμος θεωρείται πατέρας της ερωτικής ελεγείας. Είναι ο ποιητής του έρωτα και της μελαγχολίας και τα ποιήματά του μιλούν για την ηδονή, την απόλαυση και το φόβο των γηρατειών. Ανάμεσα στα σωζόμενα έργα του, ένα ποίημα αναφέρεται στη διαμάχη μεταξύ των ιωνικών πόλεων της Μικράς Ασίας και των βασιλιάδων της Λυδίας και την αντίθεση των τότε κατοίκων με τους προγόνους τους, που κάποτε είχαν νικήσει το Λυδό βασιλιά Γύγη. Ωστόσο, τα πιο σημαντικά έργα του ήταν μια σειρά από ελεγείες που αναφέρονται στη Ναννώ, αυλητρίδα και, κατά κάποιους, αγαπημένη του ποιητή.

Σημωνίδης ο Αμοργίνος

Θεόκριτος (300-260 π.Χ)

Ο Θεόκριτος ήταν ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Ελληνιστικής εποχής, πρωτοπόρος της βουκολικής ποίησης που άνθισε περίπου τον 3ο π.Χ αιώνα. Για τη ζωή του Θεόκριτου δεν διαθέτουμε πολλές πληροφορίες, ενώ όσα γνωρίζουμε προέρχονται κυρίως από το ίδιο το έργο του. Πιθανότερη χρονική περίοδος γέννησής του θεωρείται το 300 π.Χ. περίπου, καθώς η ακμή του συνέπεσε με την 124η Ολυμπιάδα (284 - 280 π.Χ.). Σχετικά με τον τόπο καταγωγής του, μία ευρύτερα αποδεκτή θεώρηση είναι πως γεννήθηκε στις Συρακούσες, άποψη που φαίνεται να επιβεβαιώνεται και μέσα από το ίδιο το έργο του (Ειδύλλιο XXVIII, στ. 16-18). Θεωρείται επίσης πολύ πιθανό πως έζησε στην Κω, την Αλεξάνδρεια καθώς και στην Αίγυπτο την περίοδο του Πτολεμαίου Β'. [πηγή: Βικιπαίδεια, 24/2/2012]

Ανύτη της Τυγέας

Η Ανύτη ήταν αρχαία Ελληνίδα ποιήτρια και επιγραμματοποιός από την Τεγέα, το κυρίως έργο της οποίας τοποθετείται λίγο μετά το 300 π.Χ.. Η Ανύτη έγραψε στη δωρική διάλεκτο. Ο Στέφανος Βυζάντιος την χαρακτηρίζει "μελοποιό", ενώ ο επιγραμματοποιός Αντίπατρος "θήλυ Όμηρο" και "μία από τις εννέα γήινες μούσες". Η Ανύτη ανήκε στη σχολή των Πελοποννησίων επιγραμματοποιών (όπως ο Λεωνίδας ο Ταραντίνος) που άλλαξαν κατευθύνσεις στο είδος, αντικαθιστώντας το ηρωικό περιεχόμενο των παλαιότερων επιγραμμάτων με καταστάσεις και διαθέσεις της καθημερινής ζωής. Η ποίηση της Ανύτης διακρίνεται για τη φυσιολατρία της, την τρυφερότητα των αισθημάτων και την αναζήτηση της γαλήνης. Λυρικότατα και γεμάτα συναίσθημα είναι και τα επιγράμματά της σε τάφους νεκρών κοριτσιών, ενώ η Ανύτη υπήρξε η πρώτη που έγραψε επιτάφια επιγράμματα και για ζώα. Η Ανύτη άσκησε μεγάλη επίδραση στους νεότερους αυτής λογοτέχνες. Από τα επιγράμματά της σώζονται στην Παλατινή και την Ανθολογία του Πλανούδη 26, από τα οποία τα 4 ή 6 δεν θεωρούνται γνήσια. Και μέσα από τα είκοσι όμως που είναι με βεβαιότητα δικά της, διακρίνεται το λεπτό της πνεύμα. [πηγή: Βικιπαίδεια, 22/2/2012]

Ήριννα