Availability: Σε Αποθεμα

Περί ανθρώπου και ηθικής

Επίλεκτα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας

SKU: 9789602505731

16,52

Συγγραφέας: Συλλογικό Έργο

Εκδότης: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης

Ημερ. Έκδοσης: 01/12/2013

Περιγραφή

Το βιβλίο αυτό, περί του ανθρώπου και της ηθικής, αποτελείται από αυστηρά επιλεγμένα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στο πρωτότυπο, μετάφρασή τους και σχολιασμό τους. Κριτήριο κύριο επιλογής υπήρξε η συμβολή του κειμένου στην παιδεία.
Προτάσσεται Εισαγωγή, όπου συνοπτικά παρουσιάζονται: α) καίρια στοιχεία της ιδιοσυστασίας του ανθρώπου και η ουσία της ηθικής ως κορυφαίας ενέργειας της ελευθερίας του· β) ο βίος και τα έργα των ποιητών Ομήρου, Ησιόδου, Μιμνέρμου, Σιμωνίδου, Πινδάρου, Αισχύλου, Σοφοκλέους, Ευριπίδου και των φιλοσόφων Δημοκρίτου, Πλάτωνος, Αριστοτέλους. Στο Πρώτο Μέρος θέμα είναι ο άνθρωπος. Εξαίρεται η νοημοσύνη ως ιδίωμά του σωστικό για την ύπαρξή του· ανιστορείται ο αρχέγονος βίος του και η πρόβασή του προς τον πολιτισμό· μυθολογείται η μετάβαση από την εκδικητική αυτοδικία στη θεσπισμένη δικαιοσύνη· χαρακτηρίζεται η ευτυχία του εφήμερη, αλλά επισημαίνεται και το μερίδιό του σε θεϊκότητα· γεραίρεται η μεγαλουργία του αντίκρυ στη Φύση· ανυμνείται η υψηλοφροσύνη του, αντίρροπη στην τραγική μοίρα του.
Στο Δεύτερο Μέρος θέμα είναι η σχέση της ηθικής με τον άνθρωπο. Τονίζεται η αξία της ηθικής και προβάλλονται σπουδαία αιτήματα ηθικής· εξαίρονται με τρόπο έμμεσο τα σύμφυτα με την οικογένεια συναισθήματα, αναλύεται η έννοια της αρετής, περιγράφεται η φιλία ως ηθικό αγαθό και παρουσιάζονται η φιλαυτία και άλλα ηθικά ελαττώματα· χαρακτηρίζεται η έφεση προς τη δικαιοσύνη ως ομοίωσις του ανθρώπου προς τον θεό και αναζητούνται οι διάφοροι τρόποι βίου του ανθρώπου και οι όροι της ευδαιμονίας του.

(απόσπασμα από τον Πρόλογο του Ακαδημαϊκού Κωνσταντίνου Ι. Δεσποτόπουλου)

Συγγραφέας: Όμηρος, Ησίοδος, Μίμνερμος, Σιμωνίδης ο Κείος, Πίνδαρος, Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης π.Χ. 480-406, Δημόκριτος, Πλάτων, Αριστοτέλης π.Χ. 385-322
Μεταφραστής: Δεσποτόπουλος Ι. Κωνσταντίνος
Ανθολόγος: Δεσποτόπουλος Ι. Κωνσταντίνος
ISBN: 978-960-250-573-1

Πρώτη Έκδοση : 01/12/2013

Αριθμός Σελίδων : 383

Διαστάσεις : 21 x 14 cm

Εξώφυλλο: Μαλακό εξώφυλλο

Γλώσσα Πρωτοτύπου : Αρχαία Ελληνικά

Τόπος Έκδοσης : Αθήνα

Όμηρος

Αρχαίος Έλληνας επικός ποιητής, ο μεγαλύτερος από τους ποιητές όλων των αιώνων, με τον οποίο αρχίζει η έντεχνη ελληνική και ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Οι πληροφορίες που έχουμε για τον Όμηρο είναι ελάχιστες και αυτές ασαφείς. Τον τόπο γέννησής του διεκδικούν πολλές πόλεις. Πιο πιθανή πατρίδα του όμως θεωρείται η Σμύρνη, αιολική αποικία, που αργότερα προστέθηκε στην ιωνική συμπολιτεία. Η άποψη αυτή ενισχύεται από το ότι ο ποιητής γνώριζε πολύ καλά την περιοχή της, όπως αποδεικνύουν οι παρομοιώσεις που χρησιμοποιεί στην ποίησή του. Γνώριζε ακόμα καλά τις ακτές του Αδραμυτηνού κόλπου, το όρος Ίδη, την πεδιάδα του Σκάμανδρου κ.λπ., τα οποία είδε ο ποιητής με τα μάτια του και έγιναν θέατρα των αγώνων των ηρώων του. Άγνωστο είναι το πότε έζησε ο Όμηρος. Ο ίδιος αφήνει να εννοηθεί στα ποιήματά του ότι έζησε πολύ αργότερα από τα τρωικά. Κατά τον Ηρόδοτο (Β΄ 53) ο Όμηρος έζησε 400 χρόνια νωρίτερα απ' αυτόν και, σύμφωνα με τη μαρτυρία αυτή, πρέπει να έζησε κατά τα μέσα του 9ου αι. π.Χ. Τέλος η παράδοση ότι ο Όμηρος ήταν τυφλός πρέπει να απορριφθεί, γιατί είναι ασυμβίβαστη με τη λεπτή παρατήρηση της φύσης που υπάρχει στο έργο του. Έγραψε: α) την "Ιλιάδα" της οποίας η υπόθεση εκτυλίσσεται σε 51 ημέρες και 15.700 στίχους. Θέμα της είναι η "μήνις του Αχιλλέως" εναντίον του Αγαμέμνονα και οι συμφορές που επακολούθησαν. Κανονικά λοιπόν έπρεπε να ονομαστεί Αχιλληίδα, επειδή όμως ο ποιητής παρεμβάλλει σ' αυτήν πολλά γεγονότα του πολέμου που έγιναν γύρω από το Ίλιο (= Τροία), γι' αυτό πήρε το όνομα "Ιλιάς" β) την "Οδύσσεια" της οποίας τα περιστατικά διαρκούν 41 ημέρες και αναπτύσσονται σε 12.100 στίχους. Θέμα της είναι ο "νόστος" (= επιστροφή) του Οδυσσέα από την Τροία στην Ιθάκη. Άλλα έργα που αποδίδονται στον Όμηρο είναι: οι "Ομηρικοί ύμνοι", η "Βατραχομυομαχία", ο "Μαργίτης". Χαρακτηριστικό της τέχνης του Ομήρου είναι ότι τα έπη του έχουν αρχή, μέση και τέλος και ότι με τα αλλεπάλληλα επεισόδια κρατά αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του ακροατή μέχρι το τέλος. Ο θαυμασμός για τα έπη του Ομήρου διατηρήθηκε αμείωτος από την αρχαιότητα μέχρι τις ημέρες μας, γι' αυτό και διδάσκεται σ' όλα τα σχολεία της Ευρώπης, ως ο μεγαλύτερος ποιητής και παιδαγωγός των αιώνων. Τα ομηρικά έπη έχουν μεταφραστεί σ' όλες τις γλώσσες του κόσμου, καθώς και στην ελληνική δημοτική, από τους Ι. Πολυλά, Αργ. Εφταλιώτη, Ζ. Σιδέρη, Ν. Καζαντζάκη, Ι. Κακριδή κ.ά.

Ησίοδος

Αρχαίος Έλληνας ποιητής του διδακτικού έπους (750-700 π.Χ.). Γιος του Δία και της Πυκιμήδης, γεννήθηκε στην Αιολική Κύμη. Οι γονείς του ήταν φτωχοί και γι' αυτό ξενιτεύτηκαν στη Βοιωτία, όπου καλλιεργούσαν ένα μικρό αγρόκτημα στις πλαγιές του Ελικώνα, στο χωριό Άσκρα, κοντά στις Θεσπιές. Η οικονομική τους όμως κατάσταση δε βελτιώθηκε σημαντικά, γιατί και εδώ ο τόπος ήταν φτωχός και επιπλέον είχε βαρύ κλίμα. Κατά την παράδοση στο μικρό Ησίοδο που έβοσκε τα πρόβατά του στον Ελικώνα, παρουσιάστηκαν οι εννέα Μούσες και του έδωσαν το χάρισμα να τραγουδά με γλυκιά φωνή τα περασμένα και τα μελλοντικά. Όταν πέθανε ο πατέρας του, ο αδερφός του Πέρσης δωροδόκησε τους δικαστές κατά τη διανομή της πατρικής περιουσίας και πήρε μεγαλύτερο μερίδιο από τον Ησίοδο. Επειδή όμως ήταν οκνηρός και κακός, αφού κατέφαγε την περιουσία του, απείλησε με νέες δίκες να αρπάξει και το μερίδιο του αδερφού του. Με αφορμή τα περιστατικά αυτά ο Ησίοδος έγραψε το ποίημα "Έργα και Ημέραι", όπου μετά την επίκληση των Μουσών ο ποιητής απευθύνει το λόγο προς τον Πέρση, τον οποίο προσπαθεί να αποτρέψει από τη δικομανία και να τον κατευθύνει προς την εργασία, γιατί η εργασία και το κέρδος που προέρχεται από αυτήν ωφελεί, ενώ χωρίς ιδρώτα κανένα αγαθό δε δίνουν οι θεοί στον άνθρωπο και καταλήγει με το περίφημο γνωμικό: "Έργον δ' ουδέν όνειδος, αεργίη δε τ' όνειδος". Όσο για τον ποιητικό αγώνα μεταξύ του Ησίοδου και Ομήρου, στον οποίο νίκησε ο πρώτος, φαίνεται χωρίς αμφιβολία ότι είναι δημιούργημα φανταστικό, που γεννήθηκε στο σχολικό περιβάλλον του 5ου αι. π.Χ., όπου διεξάγονταν συζητήσεις για την αξία του διδακτικού και του ηρωικού έπους, που πρώτος ξεκίνησε ο Αριστοφάνης στην "Ειρήνη". Διότι ο Ησίοδος ήταν οπωσδήποτε μεταγενέστερος του Ομήρου. Από τα πολλά ποιήματα του Ησίοδου σώζονται τα εξής: α) "Έργα και Ημέραι". Οι στίχοι 1-764 αποτελούν τα "Έργα", που ονομάστηκαν έτσι, γιατί ο ποιητής συμβουλεύει μέσα σ' αυτό για την εργασία, η οποία αποτελεί το μοναδικό δρόμο για την ευδαιμονία του ανθρώπου. Οι υπόλοιποι στίχοι (765-828) ασχολούνται με τις ευνοϊκές και αποφράδες ημέρες, στις οποίες οφείλεται το δεύτερο μέρος του τίτλου "Ημέραι" και θεωρούνται μεταγενέστερη προσθήκη. β) "Θεογονία" (1022 στίχοι). Σ' αυτό ο ποιητής προσπαθεί να καταγράψει σ' ένα σύστημα με συνέχεια και ευρυθμία τους διάφορους ελληνικούς μύθους που αναφέρονταν στη γένεση, στα αξιώματα και γενικά στην ιστορία των ελληνικών θεών. γ) "Ασπίς Ηρακλέους" (480 στίχοι). δ) "Ηοίαι" (54 στίχοι).

Μίμνερμος

Ο Μίμνερμος ήταν ελεγειακός ποιητής από την Κολοφώνα της Μικράς Ασίας, ο οποίος άκμασε την περίοδο 630-600 π.Χ. Ο Μίμνερμος θεωρείται πατέρας της ερωτικής ελεγείας. Είναι ο ποιητής του έρωτα και της μελαγχολίας και τα ποιήματά του μιλούν για την ηδονή, την απόλαυση και το φόβο των γηρατειών. Ανάμεσα στα σωζόμενα έργα του, ένα ποίημα αναφέρεται στη διαμάχη μεταξύ των ιωνικών πόλεων της Μικράς Ασίας και των βασιλιάδων της Λυδίας και την αντίθεση των τότε κατοίκων με τους προγόνους τους, που κάποτε είχαν νικήσει το Λυδό βασιλιά Γύγη. Ωστόσο, τα πιο σημαντικά έργα του ήταν μια σειρά από ελεγείες που αναφέρονται στη Ναννώ, αυλητρίδα και, κατά κάποιους, αγαπημένη του ποιητή.

Σιμωνίδης ο Κείος

Ο Σιμωνίδης ο Κείος (556 π.Χ.-469 π.Χ.) ήταν Έλληνας λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στη νήσο Κέα όπου διδάχθηκε ποίηση και μουσική και συνέθεσε παιάνες προς τον Απόλλωνα. Μετακινήθηκε στην Αθήνα υπό την αιγίδα του Ίππαρχου. Μετά την δολοφονία του προστάτη του 514 π.Χ. μετοίκησε στην Θεσσαλία. Μετά την μάχη του Μαραθώνα επέστρεψε στην Αθήνα και αμέσως μετά πήγε στην Σικελία στην αυλή του Ιέρωνα όπου έμεινε μέχρι το θάνατο του. Συνέθεσε ελεγείες, χορικά ποιήματα, επινίκιους ύμνους, διθυράμβους, παρθένια, θρήνους και επιγράμματα, εκ των οποίων άριστα θεωρούνται αυτά για τους πεσόντες των Θερμοπυλών και του Μαραθώνα. Είχε μεγάλη φήμη σχετικά με τις γνώσεις του. Προσωπικός φίλος του Θεμιστοκλή και του Παυσανία. Η ποίησή του κατά τη διάρκεια του πολέμου με τους Πέρσες έδωσε μεγάλη ώθηση στην ελληνική εθνική συνείδηση. [πηγή: Βικιπαίδεια, 22/2/2012]

Πίνδαρος

Ο Πίνδαρος, ο μεγαλύτερος από τους λυρικούς ποιητές της Ελλάδος και η φωνή των Δελφών για περισσότερο από σαράντα χρόνια, γεννήθηκε στο Κυνός Κεφαλές, ένα χωριό κοντά στις Θήβες, γύρω στο 518 π.Χ. Ήταν γιος του Δαΐφαντου, ο οποίος ανήκε στην αρχαία και αριστοκρατική οικογένεια των Αιγιδών. Έμαθε μουσική από τα μικρά του χρόνια από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν φημισμένος μουσικός αυλού και από τους έξοχους Αθηναίους μουσικούς Αγαθοκλή και Απολλόδωρο. Έζησε το περισσότερο μέρος της ζωής του στην Θήβα και στους Δελφούς, όπου το μαντείο τού είχε αναθέσει να εκφωνεί ύμνους προς τους Θεούς. Οι Θηβαίοι τον ονόμαζαν "ο αετός των Θηβών" και τον σύγκριναν με το πολύβουο ρέμα του ποταμού. Ο Πίνδαρος, κατά την διάρκεια της ζωής του, είχε τιμηθεί από όλες τις ελληνικές πόλεις για τα ποιήματα του και είχε προσκαλεστεί συχνά από βασιλείς και τύραννους στις αυλές τους, ιδιαίτερα από τον Αμύντα της Μακεδονίας, Αρκεσίλαο της Κυρήνης, Θήρωνα του Ακράγαντος και Ιέρωνα των Συρακουσών, όπου έζησε από το 476 μέχρι το 472 π.Χ. Το 438 π.Χ., σε ηλικία ογδόντα ετών, πέθανε στο θέατρο του Άργους, την στιγμή που εκφωνούσε ένα από τα ποιήματα του. Οι Αθηναίοι τον είχαν τιμήσει κάνοντάς τον πρόξενο και μετά τον θάνατον του, του έστησαν μπρούτζινο άγαλμα. Οι δε Θηβαίοι του είχαν επιβάλλει πρόστιμο, επειδή εγκωμίασε εχθρική πόλη, την Αθήνα, αλλά αργότερα έκτισαν ναό κοντά στο σπίτι του, για να τον τιμήσουν. Ο Πίνδαρος έγραψε ένα τεράστιο αριθμό ποιημάτων τα οποία είχαν ταξινομηθεί από τους Αλεξανδρινούς συγγραφείς σε δέκα επτά βιβλία. Η ποίηση του περιελάμβανε διθυράμβους, παιάνες, σχόλια, εγκώμια, προσόδια, παρθένια και επινίκια. Τα τελευταία είναι τα μόνα σωζόμενα έργα του, ενώ από τα υπόλοιπα έχουν απομείνει μόνο μερικά κομμάτια. Τα Επινίκια ήταν ύμνοι που εξυμνούσαν τους νικητές των αγώνων και απαγγέλλονταν από τον χορό, συνήθως στο τόπο της νίκης ή κατά την διάρκεια τελετής προς τιμήν του νικητού, μετά την επιστροφή του στο σπίτι. Περιείχαν 14 Ολυμπιακές, 12 Πύθια, 11 Νεμέα και 8 Ίσθμια ωδές. Τα ποιήματα του Πίνδαρου χαρακτηρίζονται από μεγαλειότητα σκέψεως, έκφραση, μέτρο και αρμονική σκέψη και περιέχουν έντονα θρησκευτικά συναισθήματα.

Αισχύλος

Αισχύλος (525 - 455 π.Χ.). Υπήρξε πολύ μεγάλος τραγικός ποιητής της αρχαίας Ελλάδας, ίσως και μεγαλύτερος απ όλους γενικά τους άλλους ομοτέχνους του. Ήταν επίσης αρχιτέκτονας, σκηνοθέτης και μουσικός. Από τα έργα του 67 χάθηκαν και μόνο 7 διασώθηκαν ("Προμηθέας Δεσμώτης", "Ικέτιδες", "Πέρσες" και "Επτά επί Θήβαις", καθώς και η τριλογία του υπό τον τίτλο "Όρέστεια" που περιλαμβάνει τα μερικότερα έργα: "Αγαμέμνων", "Χοηφόροι" και "Ευμενίδες"). Ο Αισχύλος διακρίθηκε σαν μαχητής στο Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα. Πήρε εξάλλου, 13 πρώτα βραβεία από έργα του, εκτός από τα δεύτερα και τρίτα, που κατά καιρούς του απονεμήθηκαν σε αντίστοιχους διαγωνισμούς. Με το Αισχύλο η αρχαιοελληνική τραγωδία εξελίχθηκε, από τον αρχικό διθύραμβο, σε πολυπρόσωπη παράσταση και έφθασε στο μεσουράνημά της. Το ύφος του διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπειά του, το όλο δε έργο του για το βάθος, την πρωτοτυπία στη μορφή και την ισχυρότατη φαντασία του μεγάλου ποιητή. Κατά γενική, σχεδόν, αναγνώριση ο Αισχύλος υπήρξε μέγας και, από κάθε άποψη, ασύγκριτος δημιουργός. Πέθανε από ατύχημα στη Γέλα της Σικελίας, σε ηλικία 70 ετών, και τάφηκε εκεί. Κατά σχετική ανεπιβεβαίωτη παράδοση, μια χελώνα, πέφτοντας στο κεφάλι του από ψηλά, τον σκότωσε. Στον τάφο του οι Σικελοί Έλληνες ανάγειραν μετά μνημείο, στο οποίο χάραξαν επίγραμμα, που το είχε φτιάξει ο ίδιος ο Αισχύλος, διαισθανόμενος ίσως πως το τέλος του πλησίαζε.

Σοφοκλής

Ευριπίδης π.Χ. 480-406

Ο Ευρυπίδης (480-406 π.Χ.) καταγόταν από τον Αθηναϊκό δήμο της Φλύας. Παρακολούθησε τις διδασκαλίες του Αναξαγόρα, του Πρόδικου και του Πρωταγόρα, και συνδέθηκε φιλικά με τον Σωκράτη. Για πρώτη φορά πήρε μέρος σε δραματικό αγώνα το 455 π.Χ., και από τότε δίδασκε τακτικά μέχρι τον θάνατό του. Άνθρωπος μάλλον εσωστρεφής και αυστηρός, δεν ευτύχησε στην προσωπική ζωή του. Κατά τα τελευταία χρόνια του εγκαταστάθηκε στη Μακεδονία, προσκαλεσμένος από τον βασιλιά Αρχέλαο, και εκεί πέθανε. Στο έργο του αντικατοπτρίζεται το κλίμα της εποχής, με την έντονη επίδραση της σοφιστικής, την αμφισβήτηση και την αναζήτηση των θείων και των ανθρώπινων. Ο Ευριπίδης, ο από σκηνής φιλόσοφος, απεικόνισε την τραγικότητα των εσωτερικών συγκρούσεων και απέδωσε μοναδικά την ποικιλία των ψυχικών παθών και τις διακυμάνσεις της συνείδησης. Οι νεωτερισμοί του, στη μορφή των έργων του και στις ιδέες που εξέφρασε, τον έκαναν συχνά στόχο επιθέσεων. Σώζονται δεκαεννέα δράματά του πλήρη και πολλά άλλα αποσπασματικά.

Δημόκριτος

Πλάτων

Έλληνας φιλόσοφος και συγγραφέας (427-347 π.Χ.). Γεννήθηκε στην Αθήνα από γονείς ευγενείς. Ο πατέρας του Αρίστωνας έλεγε ότι καταγόταν από τη γενιά του Κόδρου και η μητέρα του Περικτιόνη από το Σόλωνα. Είχε δύο αδερφούς, τον Αδείμαντο και το Γλαύκωνα. Το πρώτο του όνομα ήταν Αριστοκλής. Πλάτωνας ονομάστηκε αργότερα για το ευρύ του στέρνο και το πλατύ του μέτωπο. Νέος ασχολήθηκε με την ποίηση, αλλά γρήγορα στράφηκε προς τη φιλοσοφία. Ήταν 20 χρόνων, όταν γνώρισε το Σωκράτη και έμεινε κοντά του για οκτώ ολόκληρα χρόνια, μέχρι την ώρα που ο μεγάλος δάσκαλος πέθανε (399 π.Χ.). Ο άδικος θάνατος του Σωκράτη τον έπεισε ότι η αθηναϊκή δημοκρατία είχε μεγάλα ελαττώματα και ανέλαβε το ρόλο του κοινωνικού μεταρρυθμιστή. Μετά τη θανάτωση του Σωκράτη για λίγο καιρό κατέφυγε στα Μέγαρα, κοντά στο συμμαθητή του Ευκλείδη. Ύστερα γύρισε στην Αθήνα, όπου για 10 χρόνια ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων, τα οποία φέρουν τη σφραγίδα της σωκρατικής φιλοσοφίας. Στη συνέχεια ταξίδεψε στην Αίγυπτο και στην Κυρήνη, όπου σχετίστηκε με το μαθηματικό Θεόδωρο, και τέλος στον Τάραντα της Ιταλίας, όπου γνώρισε τους πυθαγόρειους, από τη φιλοσοφική σκέψη των οποίων επηρεάστηκε αποφασιστικά. Μετά πέρασε στη Σικελία. Στην αυλή του βασιλιά των Συρακουσών Διονυσίου Α΄ γνώρισε το βασιλικό γυναικάδελφο Δίωνα, με τον οποίο συνδέθηκε φιλικά. Η φιλία όμως αυτή προκάλεσε τις υποψίες του Διονυσίου για συνωμοσία, γι' αυτό έδιωξε τον Πλάτωνα από τη Σικελία. Στην Αίγινα κινδύνεψε να πουληθεί ως δούλος αλλά τον εξαγόρασε ο Κυρηναίος φίλος του Αννίκερης. Επιστρέφοντας στην Αθήνα άνοιξε τη φιλοσοφική σχολή του, την Ακαδημία. Η προσπάθεια όμως των δύο φίλων να προσηλυτίσουν στις ιδέες τους το νέο ηγεμόνα Διονύσιο Β΄ απέτυχαν. Για τρίτη φορά ήρθε στην αυλή των Συρακουσών το 361, με σκοπό να συμφιλιώσει το Δίωνα με το Διονύσιο. Αυτή τη φορά κινδύνεψε και η ζωή του. Τον έσωσε η επέμβαση του πυθαγόρειου Αρχύτα. Αλλά ο Δίωνας δε γλίτωσε. Δολοφονήθηκε το 353. Έτσι ο Πλάτωνας έχασε τον άνθρωπο στον οποίο στήριξε τις ελπίδες του για την επιβολή των πολιτικών του ιδεών. Από τότε ο Πλάτωνας και μέχρι το θάνατό του ασχολήθηκε με τη διδασκαλία και με τη συγγραφή έργων φιλοσοφικών. Τα έργα του Πλάτωνα είναι 36 και όλα, εκτός από την "Απολογία", διαλογικά. Και στη συγγραφή ο φιλόσοφος μιμήθηκε τη διδασκαλία του Σωκράτη, ο οποίος δίδασκε διαλογικά. Οι διάλογοί του επιγράφονται με το όνομα κάποιου από τα διαλεγόμενα πρόσωπα, π.χ. "Τίμαιος", "Γοργίας", "Πρωταγόρας" κ.λπ. Τρεις μόνο διάλογοι, το "Συμπόσιο", η "Πολιτεία" και οι "Νόμοι" τιτλοφορούνται από το περιεχόμενό τους. Σ' όλους τους διαλόγους τη συζήτηση διευθύνει ο Σωκράτης. Στους παλαιότερους διαλόγους διατηρεί την εικόνα του πραγματικού Σωκράτη, ενώ στους νεότερους κάτω από το πρόσωπο του δάσκαλου κρύβεται ο ίδιος ο μαθητής. Το σύνολο του πλατωνικού έργου διακρίνεται σε τρεις περιόδους με βάση τη χρονολογική σειρά: α) Περίοδος της νεότητας (400-387 π.Χ.): Σ΄ αυτήν ανήκουν: Απολογία, Κρίτων, Χαρμίδης, Πρωταγόρας, Λάχης, Ευθύφρων, Ιππίας Μείζων, Ιππίας Ελάσσων, Ίων, Λύσις. β) Περίοδος ωριμότητας (386-367 π.Χ.). Σ' αυτήν ανήκουν: Μενέξενος, Κρατύλος, Ευθύδημος, Γοργίας, Μένων, Παρμενίδης, Φαίδων, Φαίδρος, Πολιτεία, Συμπόσιον, Θεαίτητος. γ) Περίοδος γηρατειών (366-348 π.Χ.). Περιλαμβάνονται: Σοφιστής, Πολιτικός, Φίληβος, Κριτίας, Τίμαιος, Νόμοι, 7η επιστολή.

Αριστοτέλης π.Χ. 385-322

Ο Αριστοτέλης ένας απο τους μεγαλύτερους Έλληνες φιλοσόφους, ερευνητές και διανοητές, γεννήθηκε στα Στάγειρα της Χαλκιδικής απ' το γιατρό Νικόμαχο και τη Φαιστίδα το 385 π.Χ. Ακολούθησε το χρησμό του Μαντείου των Δελφών -του Πυθοί θεού χρήσαντος αυτώ φιλοσοφείν Αθήνησι- σπούδασε φιλοσοφία υπό τον Πλάτωνα στην Αθήνα και δίδαξε στην Ακαδημία (367 - 384 π.Χ.). Το 348 π.Χ., μετά το θάνατο του Πλάτωνα, πήγε μαζί με τον Ξενοκράτη στον Άσσο της Μικράς Ασίας και δίδαξε φιλολσοφία και επιστημονικά μαθήματα σε ευρύ κύκλο ακροατών. Το 345 π.Χ. ίσως ύστερα από πρόσκληση του Θεοφράστου, εγκαταστάθηκε στη Μυτιλήνη και έμεινε εκεί διδάσκων μέχρι το 342 π.Χ., που ο Φίλιππος του ανέθεσε τη διαπαιδαγώγηση του δεκατριετούς τότε Αλεξάνδρου. Το 336 π.Χ., μετά το θάνατο του Φιλίππου, επανήλθε στην Αθήνα και το 335 π.Χ., ίδρυσε μεταξύ Λυκαβηττού και Ιλισσού το "Λύκειο" που εκλήθη και "περίπατος" λόγω των πολλών στοών του Μεγάρου. Το 323 π.Χ., μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, απεσύρθη στην Χαλκίδα, την πατρίδα της μητέρας του, όπου και πέθανε από στομαχικό νόσημα το 322 π.Χ. Τα περισσότερα έργα του Αριστοτέλη έχουν απωλεσθεί. Αυτά που έχουν διασωθεί διακρίνονται σε λογικά, φυσικά, βιολογικά, ψυχολογικά, μεταφυσικά, ηθικά, πολιτικά, τεχνολογικά και προβλήματα.